Πηγή: Το Βήμα
* Τα πρώτα δυσοίωνα μηνύματα έφθασαν ήδη από τη Σκόπελο, όπου την περασμένη εβδομάδα αφανίστηκαν 2.500 στρέμματα πυκνού δάσους
Η δεδομένη ξηρασία σε συνδυασμό με τις υψηλές θερμοκρασίες που αναμένονται το καλοκαίρι έχει σημάνει κόκκινο συναγερμό
ΜΑΧΗ ΤΡΑΤΣΑ
Ορατός είναι ο κίνδυνος εκδήλωσης καταστροφικών πυρκαϊών εφέτος - πιθανόν μεγαλύτερης έντασης και από τις περυσινές, οι οποίες άλλαξαν για δεκαετίες, αν όχι ανεπανόρθωτα, τον γεωφυσικό χάρτη της χώρας - σύμφωνα με τους ειδικούς. Και αυτό λόγω των κλιματικών συνθηκών που επικράτησαν τον εφετινό χειμώνα, δηλαδή της έντονης ανομβρίας η οποία ακολούθησε τους τρεις καύσωνες του περασμένου καλοκαιριού. Λίγους μήνες μετά τις καταστρεπτικές φωτιές που έπληξαν την Ελλάδα, έφθασαν ήδη τα πρώτα δυσοίωνα μηνύματα με την πυρκαϊά που εκδηλώθηκε την περασμένη εβδομάδα, μόλις στην αρχή της αντιπυρικής περιόδου, στη Σκόπελο και αφάνισε περί τα 2.500 στρέμματα πυκνού δάσους. Σύμφωνα με τους δασολόγους, φωτιά τέτοιας έκτασης δεν έχει ξανασυμβεί στη χώρα τόσο νωρίς, γεγονός το οποίο καταδεικνύει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Η δεδομένη μεγάλη ξηρασία και οι υψηλές θερμοκρασίες που αναμένονται τους θερινούς μήνες μπορεί, σύμφωνα με τον ερευνητή του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών Θεσσαλονίκης στο Εθνικό Ιδρυμα Αγροτικής Ερευνας (ΕΘΙΑΓΕ) δρ Παύλο Κωνσταντινίδη, «να αποτελέσουν ένα εξαιρετικά επικίνδυνο κοκτέιλ, το οποίο θα μεταφέρει τις φλόγες και σε βιοκλιματικές ζώνες στις οποίες ως τώρα οι πυρκαϊές ήταν άγνωστες».
Οι δασικές πυρκαϊές δεν περιορίζονται πλέον
σε ορισμένες ζώνες «υψηλής επικινδυνότητας», αλλά αφορούν όλη τη
διαμόρφωση του φυσικού ανάγλυφου της χώρας, από τα χαμηλότερα υψόμετρα
κοντά στη θάλασσα, που δέχονται σημαντικές πιέσεις, ως τις υψηλότερες
φυσικές περιοχές που λόγω των ιδιαίτερων μορφολογικών χαρακτηριστικών
και της βλάστησής τους προστατεύονται από την εθνική και ευρωπαϊκή
νομοθεσία.
Η ένταση της πρώιμης πυρκαϊάς της Σκοπέλου, σύμφωνα με τον κ.
Κωνσταντινίδη, θα πρέπει να λειτουργήσει ως κόκκινος συναγερμός για τις
δασοπυροσβεστικές υπηρεσίες της χώρας μας. «Δυστυχώς όμως τίποτε δεν
φαίνεται να κινείται. Οι περυσινές υποσχέσεις ότι πολλά θα αλλάξουν,
μάλλον ξεχάστηκαν και προχωράμε προς το καλοκαίρι με το ίδιο
αποτυχημένο μοντέλο αντιμετώπισης των πυρκαϊών. Χωρίς κεντρική πολιτική
και καθοδήγηση στο ιδιαίτερα σοβαρό θέμα της πρόληψης, τα όποια μέτρα
που παίρνονται, βασίζονται στις ικανότητες και στα μέσα που διαθέτουν
οι περιφερειακοί υπάλληλοι της διαλυμένης και αποδιοργανωμένης Δασικής
Υπηρεσίας» καταγγέλλει ο ίδιος.
Η κατάσβεση των δασικών πυρκαϊών παραμένει αρμοδιότητα της
Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. «Η διάθεση, η προθυμία και ο ηρωισμός των
πυροσβεστών δεν φθάνει, αφού κανένας δεν τους δίδαξε - και δεν φαίνεται
ότι θα συμβεί και στο μέλλον - τις μεθόδους κατάσβεσης δασικών
πυρκαϊών» αναφέρει ο ερευνητής του ΕΘΙΑΓΕ και προτείνει τη δημιουργία
ενός Ενιαίου Φορέα Δασοπροστασίας, μιας υπηρεσίας που θα εξειδικεύεται
στην επιστήμη της προστασίας των δασών όχι μόνο από τις φωτιές αλλά και
από τις ασθένειες των δένδρων, και κυρίως από τις παράνομες
καταπατήσεις.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Δασολόγων
Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΕΔΔΥ) κ. Ν. Μπόκαρης μιλώντας στο «Βήμα» τονίζει
ότι η εκδήλωση μεγάλων πυρκαϊών δεν ήταν απλώς χαρακτηριστικό μιας
«κακής» περιόδου, αλλά θα συνεχίσει να μας απασχολεί όσο δεν
λαμβάνονται ουσιαστικά μέτρα δασικής πολιτικής. «Δυστυχώς τα
σημαντικότερα λάθη της καλοκαιρινής τραγωδίας δεν έχουν αναιρεθεί και
αποτελούν το κρίσιμο ζητούμενο και στον εφετινό σχεδιασμό» λέει ο κ.
Μπόκαρης. Σύμφωνα με τον ίδιο αυτά είναι:
* Η μη επαρκής γνώση των δασικών οικοσυστημάτων και των ιδιαίτερων
δεδομένων και τοπικών συνθηκών που επηρεάζουν την εξέλιξη μιας πυρκαϊάς.
* Η εσφαλμένη επιχειρησιακή αντίληψη να δίνεται προτεραιότητα στην
προστασία των κατοικιών και των υποδομών και ουσιαστικά να
εγκαταλείπονται τα δασικά οικοσυστήματα στην τύχη τους.
* Η πρακτική να δίνεται βαρύτητα στη δράση των εναέριων μέσων, χωρίς να
διασφαλίζεται η παράλληλη δράση επίγειων δυνάμεων που θα κάνουν και την
τελική κατάσβεση.
* Η μη διασπορά πυροσβεστικών οχημάτων μέσα στο δάσος προτού ξεσπάσει
πυρκαϊά και η μη επάνδρωση πυροφυλακίων και παρατηρητηρίων για τον
άμεσο εντοπισμό των πυρκαϊών και την έγκαιρη επέμβαση των πυροσβεστικών
οχημάτων προτού η φωτιά πάρει διαστάσεις.
* Η μη επαρκής κινητοποίηση των δυνάμεων.
* Η διάθεση πόρων σε αναρμόδιους φορείς, η μη αξιοποίησή τους, η
σύγχυση αρμοδιοτήτων, η περιορισμένη χρηματοδότηση για την υποστήριξη
του αντιπυρικού σχεδιασμού κ.ά.
«Επιβάλλεται να γίνουν διορθωτικές κινήσεις τόσο σε πολιτικό όσο και σε
επιχειρησιακό επίπεδο, με σκοπό τη δημιουργία ενός αξιόπιστου
συστήματος πυροπροστασίας το οποίο θα αξιοποιεί με αποτελεσματικό τρόπο
τις δυνάμεις πολιτικής προστασίας της χώρας» σημειώνει ο πρόεδρος της
ΠΕΔΔΥ. Ωστόσο επισημαίνει ότι την καρδιά του προβλήματος αποτελεί η
αύξηση του αριθμού των πυρκαϊών «λόγω της ανεξέλεγκτης "μείξης" των
διαφόρων χρήσεων γης, με κύριο χαρακτηριστικό τη διαδοχή των οικισμών
με δάση και γεωργικές εκτάσεις, χωρίς καμία χωροταξική οργάνωση».
Το ΒΗΜΑ, 30/03/2008
(0) |