«Το τρίτο πετρελαϊκό σοκ απαιτεί παγκόσμιες λύσεις» λέει ο Γκόρντον Μπράουν
Πηγή: news.in.gr
http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=904544
Το κόστος ανάπτυξης νέων κοιτασμάτων πετρελαίου έχει υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια
Λονδίνο
Το «τρίτο πετρελαϊκό σοκ» που πλήττει την παγκόσμια οικονομία απαιτεί παγκόσμιες απαντήσεις, τονίζει ο Βρετανός πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν, σε άρθρο του που δημοσιεύεται την Τετάρτη στην εφημερίδα Guardian.
«Η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει το τρίτο πετρελαϊκό σοκ των τελευταίων δεκαετιών», σε μία περίοδο όπου η τιμή του πετρελαίου πέρασε από τα 10 δολάρια εδώ και δέκα χρόνια, στα 135 δολάρια.
«Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση στο παγκόσμιο
πρόβλημα του πετρελαίου χωρίς μια παγκόσμια, συνολική και πλήρη
στρατηγική» γράφει ο Γκόρντον Μπράουν, τονίζοντας ότι για τον λόγο αυτό
η Βρετανία ασκεί πιέσεις ώστε η υιοθέτηση μιας στρατηγικής για την
αντιμετώπιση των συνεπειών των υψηλών τιμών του πετρελαίου να
περιληφθεί στην ημερήσια διάταξη της προσεχούς συνόδου της Ομάδας των 8
(G-8) στην Ιαπωνία.
Στο πλαίσιο μιας συγκυρίας που χαρακτηρίζεται από «την αύξηση της
ζήτησης και την ανεπάρκεια της προσφοράς», η οποία θα συνεχισθεί με την
οικονομική ανάπτυξη της Ασίας, «κάθε χώρα οφείλει να βρει τα μέσα για
να είναι περισσότερο αποτελεσματική και για να διαφοροποιήσει τις
ενεργειακές της πηγές» σημειώνει ο Βρετανός πρωθυπουργός.
«Για τον λόγο αυτόν ο στόχος μας να μετατραπεί η Βρετανία σε μια
οικονομία με χαμηλά επίπεδα εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα γίνεται,
εκτός από οικολογική, και οικονομική προτεραιότητα» υπογραμμίζει.
Ο Γκόρντον Μπράουν τάσσεται υπέρ της μείωσης της εξάρτησης από το
πετρέλαιο με την αύξηση των επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
και με τη λήψη μέτρων για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της αγοράς
πετρελαίου.
Αντί «να αφήσουμε ελευθερία στον ΟΠΕΚ» ο Γκόρντον Μπράουν προτείνει
διάλογο ανάμεσα στις χώρες που παράγουν πετρέλαιο και στις χώρες που
καταναλώνουν ενέργεια για την καλύτερη πρόβλεψη των τάσεων της αγοράς.
Σε σημείο καμπής το πετρέλαιο
Σε ένα νέο κόσμο, στο «Σημείο Κορύφωσης», μάς φέρνουν τα σημερινά
επίπεδα των τιμών του πετρελαίου, όπου η ερώτηση που τίθεται, δεν είναι
μόνο «πόσο ψηλά μπορούν να φθάσουν», αλλά επίσης «ποια θα είναι η
αντίδραση», υποστηρίζει ο Ντάνιελ Γέργκιν, πρόεδρος της αμερικανικής
εταιρίας συμβούλων σε θέματα ενέργειας Cambridge Energy Research
Associates (CERA), σε άρθρο του στη βρετανική εφημερίδα Financial Times.
«Πρόκειται για το σημείο όπου το πετρέλαιο αρχίζει να χάνει την
καθολική κυριαρχία του στις μεταφορές;», διερωτάται ο Ντάνιελ Γέργκιν.
Ο διακεκριμένος συγγραφέας του πολύκροτου βιβλίου «Το έπαθλο: η επική
αναζήτηση για πετρέλαιο, χρήμα και ισχύ» αποδίδει τα σημερινά υψηλά
επίπεδα τιμών αφενός σε ένα «σοκ ζήτησης», το οποίο πυροδοτήθηκε από
εξαιρετικούς ρυθμούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας επί σειρά
ετών, ένα σοκ πιο ήπιο από τα «σοκ προσφοράς» τα οποία προκάλεσαν οι
διακοπές της προσφοράς της δεκαετίας του 1970.
Αφετέρου, σε αυτό που αποκαλεί «σοκ δολαρίου», το οποίο προκλήθηκε από
την πτώση του αμερικανικού νομίσματος και από το γεγονός ότι οι
επενδυτές χρησιμοποιούν το πετρέλαιο και άλλα εμπορεύματα ως
χρηματοοικονομικό εργαλεία αντιστάθμισης τουθ κινδύνου.
Ο πρόεδρος της CERA διαπιστώνει τρία εμπόδια στην ανταπόκριση της προσφοράς στο πρόβλημα.
Πρώτον, το πρόβλημα του χρόνου, καθώς οι τιμές του πετρελαίου επιμένουν
σε υψηλά επίπεδα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ απαιτούνται
πολλά χρόνια για την ανάπτυξη νέων πηγών προσφοράς.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι η πρόσβαση σε νέες πηγές.
Και ο τρίτος παράγοντας είναι η αύξηση του κόστους, καθώς ενώ οι
πολίτες εστιάζουν την προσοχή τους στο τι συμβαίνει στις αντλίες στα
πρατήρια, αυτό που απασχολεί τις πετρελαϊκές εταιρίες είναι η αύξηση
του δικού τους κόστους.
Το κόστος ανάπτυξης νέων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου έχει
υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια και η τιμή ενοικίασης ενός
σκάφους για εξορύξεις σε μεγάλο βάθος αγγίζει τα 600.000 δολάρια την
ημέρα -αν υπάρχει διαθέσιμο - σε σύγκριση με 125.000 δολάρια την ημέρα
προ τετραετίας.
Η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού περιπλέκει ακόμη περισσότερο το
πρόβλημα, καθώς περισσότεροι από τους μισούς επαγγελματίες του κλάδου
απέχουν λιγότερο από δέκα χρόνια από τη συνταξιοδότηση.
Newsroom ΔΟΛ
(0) |