Λειψή η εφαρμογή του κανονισμού REACH για τα χημικά |
|
|
29.06.09 |
Σταυρογιάννη Λ.
Ημερομηνία δημοσίευσης: 21/06/2009
Πηγή: εφημερίδα ΑΥΓΗ
Μεσούσης της προεκλογικής περιόδου, όπου περίσσεψε η “πράσινη” φλυαρία λόγω της δημοσκοπικής έκρηξης του σχηματισμού των Οικολόγων Πράσινων, έφτασαν στην Αθήνα δύο... λογαριασμοί-αποδείξεις της εγχώριας αφασίας.
Η Κομισιόν ξεκίνησε τη διαδικασίa; επί παραβάσει, αποστέλλοντας προειδοποι;ητική επιστολή διότι η ελληνική κυβέρνηση αγνόησε τις υποχρεώσεις για την εφαρμογή του κανονισμού REACH που αφορά τον έλεγχο και την καταγραφή των χημικών ουσιών. Η δεύτερη σχετίζεται με το κεφάλαιο “κλιματικές αλλαγές” και τις πρωτοποριακές επιδόσεις του ΥΠΕΧΩΔΕ που πέρυσι, από τον Απρίλιο μέχρι τον Νοέμβριο, η Ελλάδα αποβλήθηκε από τους ευέλικτους μηχανισμούς του Κιότο, αυτή και μόνον από ολόκληρο τον πλανήτη, διότι δεν διέθετε αξιόπιστο σύστημα καταγραφής των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Τώρα, στην ετήσια έκθεση για το 2008
απογραφής αερίων του θερμοκηπίου, βρέθηκαν τρύπες και κενά. Εν ολiγοις,
αξιολογήθηκε ως λειψή κα;ι εκτός προδιαγραφών. Χρειάζεται διόρθωση,
έτσι ώστε να την παραλάβει η Ε.Ε. και να κατατεθεί στη γραμματεία της
σύμβασης του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή (UNFCCC).
Κανονισμός REACH στον αέρα
Στις 18 Μαΐου... έφυγε η προειδοποιητική επιστολή “διότι η ελληνική
δημοκρατία, μη θεσπίζοντας και μην κοινοποιώντας στην επιτροπή τις
διατάξεις του κανονισμού σχετικά με τις κυρώσεις που εφαρμόζονται στις
περιπτώσεις παραβίασης του κανονισμού 1907/2006 δεν έχει τηρήσει τις
υποχρεώσεις τις οποίες υπέχει δυνάμει του εν λόγω κανονισμού”.
Από την 1η Ιουνίου 2007 έχει τεθεί σε εφαρμογή ο REACH για την
καταχώριση, αξιολόγηση και αδειοδότηση των χημικών ουσιών. Βάσει αυτού,
οι ιδιότητες των 30.000 ουσιών που παράγονται ή εισάγονται στην Ε.Ε. σε
ποσότητες οι οποίες ξεπερνούν τον ένα τόνο ετησίως θα πρέπει να
δηλώνονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων.
Έως την 1η Δεκεμβρίου 2008, οι ελληνικές επιχειρήσεις χημικών προϊόντων
όφειλαν να έχουν προκαταχωρίσει όλες τις ουσίες που εισάγουν ή
παράγουν. Οποιαδήποτε ουσία δεν δηλώνεται εμπρόθεσμα, θα πρέπει να
σταματήσει η παραγωγή της ή η εισαγωγή της. Η Ελλάδα εγκαλείται γιατί
παραβιάζει το άρθρο 126. Αυτό προβλέπει ότι “τα κράτη-μέλη θεσπίζουν
τις διατάξεις σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται για την
παραβίαση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν κάθε
αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες
κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.
Τα κράτη-μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην επιτροπή το
αργότερο μέχρι την 1η Δεκεμβρίου 2008”. Η κυβέρνηση δεν το έπραξε παρ'
ότι οι αρμόδιες κοινοτικές υπηρεσίες το υπενθύμισαν και εγγράφως τον
Οκτώβριο του 2008, αλλά και στις αρχές της χρονιάς.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην επιστολή, μέχρι σήμερα δεν έχει
κοινοποιηθεί το κείμενο με τις διατάξεις των κυρώσεων ούτε έχουν
αποσταλεί άλλες πληροφορίες από τις οποίες να προκύπτει συμμόρφωση. Ως
εκ τούτου, η επιτροπή καλεί την κυβέρνηση “να κοινοποιήσει πλήρη και
λεπτομερή πίνακα που να απαριθμεί τις διάφορες εθνικές διατάξεις οι
οποίες κατά τη γνώμη της θέτουν σε εφαρμογή καθεμιά από τις απαιτήσεις
του άρθρου 126”.
Εντός δύο μηνών η Κομισιόν περιμένει απάντηση, την οποία στη συνέχεια
θα αξιολογήσει και θα αποφασίσει αν θα συνεχίσει την προδικαστική
διαδικασία με αποστολή αιτιολογημένης γνώμης, το τελευταίο βήμα πριν
από την προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Το περίεργο είναι πως στην
εφαρμογή του κανονισμού εμπλέκεται το υπουργείο Οικονομίας και
Οικονομικών με αρμόδιο τον υφυπουργό Αν. Μπέζα. Από την άλλη αρμόδια
αρχή για την εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού έχει ορισθεί το
Γενικό Χημείο του κράτους.
Απογραφή αερίων του θερμοκηπίου... λειψή
Παρά την περσινή ντροπιαστική καταδίκη, το ΥΠΕΧΩΔΕ όχι μόνο κατέθεσε
εκπρόθεσμα την ετήσια έκθεση, η οποία καταγράφει όλα τα δεδομένα και
υπολογίζει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου αναλυτικά ανά πηγή (η
καταληκτική ημερομηνία ήταν 15 Ιανουαρίου το αργότερο, η έκθεση
υποβλήθηκε στις 19), αλλά στην αξιολόγηση “κόπηκε”.
Βάσει των απαιτήσεων του Πρωτοκόλλου του Κιότο, της σύμβασης για την
αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά και πλήθους ευρωπαϊκών
αποφάσεων “για την αξιολόγηση της συντελεσθείσης προόδου και
προκειμένου να καταστεί δυνατή η προετοιμασία ετήσιων εκθέσεων από την
κοινότητα, τα κράτη-μέλη εκπονούν και υποβάλλουν εκθέσεις” με
καθορισμένες προδιαγραφές και τεχνικές απαιτήσεις κάθε χρόνο. Τα
ευρήματα της αξιολόγησης εντοπίζονται σε τέσσερα σημεία και
καταγράφονται αναλυτικά στην προειδοποιητική επιστολή με ημερομηνία 14
Μαΐου.
Ειδικότερα, η επιτροπή δεν μπόρεσε να εντοπίσει τις απαιτούμενες
πληροφορίες για “την περιγραφή των μεθοδολογιών και των πηγών δεδομένων
που χρησιμοποιήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών για τις
χρησιμοποιηθείσες μεθόδους και τους τύπους των δεδομένων για τις
δραστηριότητες και τους συντελεστές εκπομπών που χρησιμοποιήθηκαν για
τις βασικές κοινοτικές πηγές μέχρι 31 Οκτωβρίου κάθε έτους”.
Ανύπαρκτες και οι πληροφορίες “για τις νομικές οντότητες που έχουν
λάβει έγκριση από το κράτος-μέλος να διαθέτουν καταλογισμένες ποσοτικές
μονάδες, μονάδες εξάλειψης, μονάδες μείωσης των εκπομπών και
πιστοποιημένες μειώσεις των εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων προσωρινών
πιστοποιημένων μειώσεων εκπομπών και μακροπρόθεσμων πιστοποιημένων
μειώσεων”.
Παρομοίως και για άλλους σημαντικούς δείκτες. Για τους απλούς δείκτες
προτεραιότητας δεν υπάρχει στην έκθεση κανένα στοιχείο που να
αναφέρεται στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από επιβατικά
αυτοκίνητα, στην ένταση διοξειδίου του άνθρακα εμπορικού τομέα και
ιδρυμάτων, όπως και στις εκπομπές του ίδιου ρύπου από τη ΔΕΗ και
ιδιώτες.
Στους πρόσθετους δείκτες προτεραιότητας δεν καταγράφονται δεδομένα για
τις εκπομπές διοξειδίου άνθρακα από την οδική μεταφορά εμπορευμάτων,
όπως και από τη βιομηχανική παραγωγή (υαλουργεία, κεραμοποιεία και
βιομηχανία οικοδομικών υλικών). Το διοξείδιο του άνθρακα είναι το
βασικότερο αέριο του θερμοκηπίου.
Τέταρτη παρατήρηση: “η επιτροπή δεν μπόρεσε να εντοπίσει εάν για τις
τυχόν αλλαγές του εθνικού συστήματος απογραφής θα μπορούσαν και θα
έπρεπε να έχουν υποβληθεί εκθέσεις. Η Επιτροπή θεωρεί ότι σε περίπτωση
που δεν επήλθε καμία τέτοια αλλαγή το κράτος-μέλος έπρεπε να το
αναφέρει”.
Το δια τα ταύτα, η Ελληνική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις της “που
υπέχει δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 1 και της απόφασης 280/2004/ΕΚ
και της απόφασης 2005/166 ΕΚ της επιτροπής” και η κυβέρνηση υποχρεούται
να υποβάλει τις παρατηρήσεις της εντός δύο μηνών.
(0) |