Πηγή: εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Πώς η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής μπορεί να συμβαδίσει με την προσπάθεια ανάκαμψης από την οικονομική κρίση
Των Αρη Tσικουρα και Χριστου Σερμπετη*
Tο δεύτερο άρθρο της σειράς «What Matters» γύρω από τα 10 μεγάλα ζητήματα που θα καθορίσουν το μέλλον πραγματεύεται μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει ο κόσμος σήμερα -την ταυτόχρονη αντιμετώπιση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και της κλιματικής αλλαγής. Στο άρθρο, ο Jeremy Oppenheim, επικεφαλής της Ειδικής Πρωτοβουλίας της McKinsey για την Κλιματική Αλλαγή, και ο Eric Beinhocker, ερευνητής του McKinsey Global Institute, εξηγούν πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτούς τους φαινομενικά αντικρουόμενους στόχους, εισάγοντας μία νέα έννοια, την «παραγωγικότητα του άνθρακα», που υπολογίζεται ως το παραγόμενο ΑΕΠ ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα που εκλύεται στην ατμόσφαιρα. Θέτοντας στόχους παραγωγικότητας του άνθρακα μπορούμε να θέσουμε προτεραιότητες όσον αφορά τις στρατηγικές και δράσεις μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, ώστε να είναι όχι μόνο αποτελεσματικές, αλλά ταυτόχρονα εφαρμόσιμες σε σύντομο χρονικό ορίζοντα και οικονομικά βιώσιμες. Η θέσπιση των προτεραιοτήτων αυτών απαιτεί συστηματική εξέταση όχι μόνο του οφέλους τής κάθε δράσης ως προς την αναμενόμενη μείωση των εκπομπών άνθρακα, αλλά παράλληλα τον αναλυτικό υπολογισμό του συνεπαγόμενου κόστους. Μια τέτοια συζήτηση είναι ευκαιρία να ξεκινήσει και στην Ελλάδα, ώστε να αποκτήσουμε το αναλυτικό υπόβαθρο που θα μας επιτρέψει να κάνουμε τις ορθολογικά σωστές επιλογές. Ετσι, θα μπορέσουμε ταυτόχρονα να διασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος, να αυξήσουμε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, και να πετύχουμε τους ήδη φιλόδοξους στόχους μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου για τη χώρα μας (εν όψει και του νέου Παγκόσμιου Συμφώνου περί Κλιματικής Αλλαγής που αναμένεται να συναφθεί στην Κοπεγχάγη τον προσεχή Δεκέμβριο). Οι συγγραφείς του άρθρου μιλούν για μια αλλαγή ανάλογης κλίμακας με τη Βιομηχανική Επανάσταση -αν έχουν δίκιο, είναι καιρός να ετοιμαστούμε γι’ αυτήν.
*Principal και Associate Principal της McKinsey & Company στην Αθήνα
Των Jeremy Oppenheim και Eric D. Beinhocker*
Είμαστε αντιμέτωποι με δύο πιεστικά
προβλήματα: Πρώτον, η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε κρίση και πρέπει
να ανακάμψει. Δεύτερον, όπως επισημαίνουν οι επιστήμονες, τα χρονικά
περιθώρια για την αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου
στενεύουν, θέτοντας τον πλανήτη σε κίνδυνο. Πολλοί πιστεύουν,
λανθασμένα, ότι οι λύσεις στα δύο αυτά προβλήματα είναι αντικρουόμενες.
Η απάντηση βρίσκεται στη μέτρηση ενός δείκτη που ονομάζουμε
«παραγωγικότητα άνθρακα» (carbon productivity), δηλαδή το παραγόμενο
ΑΕΠ ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα που εκλύεται στην ατμόσφαιρα. Η
ιδέα πίσω από αυτή τη νέα έννοια είναι απλή. Οπως ακριβώς υπολογίζουμε
την παραγωγικότητα εργασίας ή κεφαλαίου -ως τον όγκο των παραγομένων
αγαθών ή υπηρεσιών ανά ώρα εργασίας ή ανά δολάριο επένδυσης- έτσι
υπολογίζουμε και την παραγωγικότητα άνθρακα.
Η παραγωγικότητα άνθρακα για την παγκόσμια οικονομία ανέρχεται σήμερα
σε 740 δολάρια ΑΕΠ ανά τόνο εκπομπών. Για να πετύχουμε το διπλό στόχο,
της ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης και της μείωσης των κινδύνων από την
κλιματική αλλαγή, ο αριθμός αυτός πρέπει να αυξηθεί δραματικά.
Επιστήμονες υποστηρίζουν ότι έως το 2050 οι εκπομπές άνθρακα πρέπει να
μειωθούν στο μισό σε σχέση με το 1990. Παράλληλα, για να διατηρήσουμε
τους ρυθμούς ανάπτυξης σε επίπεδα ανάλογα με την αύξηση του πληθυσμού,
το παγκόσμιο ΑΕΠ πρέπει να συνεχίσει να αυξάνεται κατά περίπου 3%
ετησίως. Συνεπώς, η παραγωγικότητα άνθρακα πρέπει να ανέλθει περίπου
στα 7.300 δολάρια ώς το 2050, δηλαδή να δεκαπλασιασθεί.
Κάτι τέτοιο αποτελεί σημαντική πρόκληση. Ωστόσο, ανάλογα επιτεύγματα
έχουν συμβεί στο παρελθόν. Στη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης,
μεταξύ 1830 - 1955, η παραγωγικότητα της εργασίας στις ΗΠΑ
δεκαπλασιάσθηκε. Για να επιτύχουμε αυτό τον στόχο παραγωγικότητας του
άνθρακα θα πρέπει να πετύχουμε μία αντίστοιχα μεγάλη αλλαγή, αλλά τρεις
φορές ταχύτερα. Αντί για 125 χρόνια (όσο χρειάστηκε για να
δεκαπλασιασθεί η παραγωγικότητα της εργασίας), σήμερα έχουμε στη
διάθεσή μας λιγότερο από 40 χρόνια για να προλάβουμε τις μη
αναστρέψιμες βλάβες στο περιβάλλον.
Αυτά είναι τα άσχημα νέα. Τα καλά είναι ότι έχουμε ήδη στη διάθεσή μας
τις απαιτούμενες τεχνολογίες για την υλοποίηση των αλλαγών και τα
κεφάλαια για τη χρηματοδότησή τους. Το 70% των αναγκαίων τεχνολογιών
είναι ήδη σήμερα σε κάποιο βαθμό λειτουργικές, οι απαιτούμενες
επενδύσεις αποτελούν μόλις το 2%-4% των συνολικών επενδύσεων κατά την
περίοδο αυτή, ενώ μεγάλο μέρος των αναγκαίων μέτρων έχουν καθαρό
οικονομικό όφελος.
Υπάρχουν 5 τρόποι να πετύχουμε τον στόχο:
1 Οι επενδύσεις ενεργειακής απόδοσης, όπως η εγκατάσταση φωτισμού
χαμηλής ενέργειας, μονώσεις κτιρίων, ή βελτιστοποίηση της ενεργειακής
κατανάλωσης στη βιομηχανία, μπορούν να μειώσουν την παγκόσμια
ενεργειακή κατανάλωση κατά 64 εκατ. βαρέλια πετρελαίου την ημέρα, ή
περίπου 150% της σημερινής κατανάλωσης ενέργειας των ΗΠΑ.
2 Οι νέες τεχνολογίες στα μεταφορικά μέσα, φιλικές προς το περιβάλλον,
όπως μηχανές εσωτερικής καύσης νέας τεχνολογίας, υβριδικά ή ηλεκτρικά
οχήματα, ή βιοκαύσιμα νέας γενιάς.
3 Η «απανθρακοποίηση» της ενέργειας. Ηδη διεξάγεται αγώνας δρόμου ώστε
οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (π.χ. αιολική, ηλιακή, γεωθερμία) να
γίνουν ανταγωνιστικές με τις παραδοσιακές πηγές ενέργειας. Ωστόσο, σε
πολλά κράτη, όπως οι ΗΠΑ ή η Κίνα, ο άνθρακας θα συνεχίσει να παίζει
σημαντικό ρόλο για πολλούς λόγους. Στα κράτη αυτά εξετάζονται
τεχνολογίες όπως η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα, μια τεχνολογία που
έχει δουλέψει στον πετρελαϊκό κλάδο, αλλά ακόμη όχι σε μεγάλο εύρος
στην ηλεκτροπαραγωγή.
4 Η προστασία και αύξηση του δασικού πλούτου. Τα δάση αποτελούν τους
πνεύμονες του πλανήτη και η διατήρησή τους, π.χ. μέσω αναδασώσεων,
είναι ένας από τους πλέον απαραίτητους αλλά και φθηνότερους τρόπους
αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής.
5 Η συμπεριφορά όλων μας. Επιχειρήσεις και καταναλωτές λαμβάνουν
καθημερινά αποφάσεις που επηρεάζουν την κατανάλωση ενέργειας και τις
εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Ενας συνδυασμός οικονομικών κινήτρων
και αλλαγής αξιών και στάσης ζωής μπορεί να έχει σημαντικότατο
αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της αλυσίδας
καταστημάτων Wal-Mart, η οποία δεσμεύθηκε να διαθέτει μόνο συμπυκνωμένα
απορρυπαντικά. Από την προσπάθεια αυτή εκτιμάται ότι θα εξοικονομηθούν
1.500 εκατ. λίτρα νερού, 40 εκατ. κιλά πλαστικών υλών και 60 εκατ. κιλά
χαρτόνι, πέρα από την ενέργεια και τις εκπομπές διοξειδίου που θα
εξοικονομηθούν από τη μη παραγωγή και μεταφορά των -πλέον άχρηστων-
ποσοτήτων.
Ομως με τους τρέχοντες ρυθμούς ο δεκαπλασιασμός της παραγωγικότητας
άνθρακα θα απαιτήσει περίπου 200 χρόνια. Για να επισπεύσουμε τις
μεταρρυθμίσεις, είναι απαραίτητη η χάραξη νέων πολιτικών, όπως η
τιμολόγηση του άνθρακα που εκλύεται, η θέσπιση αυστηρών προδιαγραφών
ενεργειακής απόδοσης, μεταβατικά κίνητρα για τη χρήση ανανεώσιμων πηγών
ενέργειας, αυστηρές πολιτικές προστασίας των δασών και στήριξη προς τις
αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες, αν και ιστορικά έχουν τις λιγότερες
ευθύνες, έχουν τις μικρότερες δυνατότητες προσαρμογής.
Η μόνη επιλογή για να αποφύγουμε σημαντικούς κινδύνους για το μέλλον
μας είναι η μείωση των εκπομπών άνθρακα την επόμενη δεκαετία, παράλληλα
με τη συνεχή προσπάθεια διαρκούς ανάπτυξης. Με την υιοθέτηση πολιτικών
που θα κινητοποιήσουν τη δημιουργικότητα και το καινοτόμο πνεύμα του
ιδιωτικού τομέα, μπορούμε να αναμορφώσουμε το σημερινό ενεργειακό
σύστημα. Ηρθε η ώρα να δημιουργήσουμε την «μετά άνθρακα» εποχή.
* Ο Jeremy Oppenheim είναι Director και επικεφαλής του τομέα Κλιματικής Αλλαγής της McKinsey & Company.
Ο Eric D. Beinhocker είναι ερευνητής του McKinsey Global Institute.
(0) |