Κάποιοι είχαν τεράστια κέρδη, το κλίμα έχασε |
|
|
11.12.08 |
Πώς δεν λειτούργησε το σύστημα εμπορίας ρύπων
Πηγή: εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
The International Herald Tribune
Η Ευρωπαϊκή Ενωση άρχισε με τις καλύτερες προθέσεις. Ηθελε να μειώσει τις εκπομπές ρύπων, δημιουργώντας μια αγορά στην οποία οι εταιρείες θα πλήρωναν για να αγοράσουν δικαιώματα ρύπανσης. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το σύστημα εμπορίας ρύπων έχει αποφέρει κέρδη δισεκατομμυρίων στις πλέον ρυπογόνες βιομηχανίες της Ευρώπης, με ελάχιστα ή και καθόλου οφέλη για το περιβάλλον.
Τα διδάγματα αυτής της πρώτης περιόδου γίνονται τώρα αντικείμενο επεξεργασίας τόσο στην Ευρώπη όσο και έξω απ' αυτήν. Στη σύνοδο που θα διεξαχθεί σήμερα και αύριο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα επεξεργαστούν την επόμενη φάση του συστήματος αυτού, προσπαθώντας τόσο να διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής του όσο και να διορθώσουν τα σφάλματά του. Στις ΗΠΑ, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έχει δεσμευθεί ότι θα εφαρμόσει σύντομα παρόμοιο πρόγραμμα.
Η αρχική ιδέα, στην οποία βασίστηκε το
σύστημα αγοραπωλησίας ρύπων ήταν η εξής. Οι ρυπογόνες βιομηχανίες θα
υποχρεούντο να αγοράσουν άδειες για το μεγαλύτερο μέρος, αν όχι για
όλες τις εκπομπές ρύπων κάθε χρόνου. Αν παρήγαγαν περισσότερους ρύπους
από τις άδειες που είχαν στη διάθεσή τους, θα έπρεπε να αγοράσουν κι
άλλες. Αν εξέπεμπαν λιγότερους, θα μπορούσαν να πουλήσουν τις επιπλέον
άδειες σε εταιρείες που είχαν ξεπεράσει τα όριά τους. Εκτός αυτών,
υπήρχε και ένας άλλος, άρρητος στόχος. Να αυξηθεί η τιμή του ηλεκτρικού
ρεύματος για τους τελικούς καταναλωτές, ώστε να έχουν κι αυτοί κίνητρο
να εξοικονομήσουν ενέργεια.
Ομως, το σύστημα που προέκυψε απείχε πολύ απ' αυτό το μοντέλο. Οι
έντονες πιέσεις γιγάντιων εταιρειών παραγωγής ενέργειας και ενεργοβόρων
βιομηχανιών είχαν ως αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί η ιδέα της πώλησης
αδειών. Η Ε.Ε. άρχισε να τις χορηγεί δωρεάν σε τόση αφθονία, που η
αγορά παραλίγο να καταρρεύσει λόγω υπερπροσφοράς.
Παρόλα αυτά, εταιρείες ενέργειας σε χώρες όπως η Ισπανία, η Βρετανία
και η Πολωνία αύξησαν τα τιμολόγια βιομηχανικού ρεύματος ώστε να
αντανακλούν τις τιμές με τις οποίες οι εταιρείες θα είχαν αγοράσει τις
άδειες - αν τις είχαν αγοράσει και δεν τους τις είχαν χαρίσει. Και δεν
σταμάτησαν εκεί. Κάποιες εταιρείες χρέωσαν στους καταναλωτές πολύ
περισσότερα δικαιώματα ρύπων από αυτά που πραγματικά διέθεταν.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της γερμανικής εταιρείας ηλεκτρισμού
RWE, που έχει παραδεχθεί ότι είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός διοξειδίου
του άνθρακα στην Ευρώπη. Αναλυτές σε τράπεζες και οικολογικές
οργανώσεις εκτιμούν ότι τα πρώτα τρία χρόνια εφαρμογής του συστήματος,
η RWE κέρδισε 5 δισεκατομμύρια ευρώ - περισσότερα απ' οποιαδήποτε άλλη
εταιρεία στην Ευρώπη. Η εταιρεία δηλώνει ότι δεν μπορεί να προσδιορίσει
ποιο ποσοστό των κερδών της οφείλεται στις χρεώσεις για τις άδειες
ρύπων.
Εμπιστευτική έκθεση της γερμανικής επιτροπής ανταγωνισμού, που
βρίσκεται στη διάθεση της International Herald Tribune, κατηγορεί την
RWE για «καταχρηστική τιμολογιακή πολιτική» προς τους βιομηχανικούς
καταναλωτές «εντελώς δυσανάλογη» με το πραγματικό κόστος για την
εταιρεία. Η ρυθμιστική αρχή ζήτησε μειώσεις του κόστους του ρεύματος
που σε κάποιες περιπτώσεις έφθαναν το 75%. Η RWE προχώρησε σε
εξωδικαστικό συμβιβασμό, αρνούμενη οποιαδήποτε ευθύνη και αποδίδοντας
τα τσουχτερά τιμολόγια στην αύξηση της τιμής του άνθρακα και του
φυσικού αερίου.
Το αποτέλεσμα του συστήματος ήταν ότι σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, τα
εργοστάσια που συμμετείχαν στο σύστημα αγοραπωλησίας ρύπων αύξησαν τις
εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 0,4% το 2006 και κατά 0,7% το
2007. Στις αρχικές διαπραγματεύσεις για το πρωτόκολλο του Κιότο, η
Ευρωπαϊκή Ενωση εναντιωνόταν στις αγοραπωλησίες ρύπων, προτείνοντας
απευθείας χρεώσεις στις ρυπογόνες βιομηχανίες. Ομως, η κυβέρνηση Μπιλ
Κλίντον επέμεινε περισσότερο απ' οποιαδήποτε άλλη στο να δημιουργηθεί
το σύστημα, ώστε να μπορεί η συμφωνία να περάσει από το αμερικανικό
Κογκρέσο.
Μάχη για το κόστος αδειών
Τελικά το σύστημα αγοραπωλησίας ρύπων ενσωματώθηκε στο Πρωτόκολλο του
Κιότο, αλλά παρόλα αυτά το αμερικανικό Κογκρέσο ουδέποτε το επικύρωσε.
Παράλληλα, η κυβέρνηση Μπους ουδέποτε δημιούργησε κάποιο άλλο παράλληλο
σύστημα αγοραπωλησίας. Εν τω μεταξύ, στην Ευρώπη διεξαγόταν μάχη για το
κόστος των αδειών. Στη Γερμανία, ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ
Κλέμεντ, που αργότερα εντάχθηκε στο διοικητικό συμβούλιο της RWE,
υποστήριξε ότι αν οι εταιρείες πληρώσουν για τις άδειες «το αποτέλεσμα
θα είναι η αποβιομηχάνιση της Γερμανίας». Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
προσπάθησε να επιβάλει στις εταιρείες να πληρώνουν το 30% των αδειών,
μετά το 15%.
Επειτα από μακρές διαπραγματεύσεις με τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, όμως,
το Ευρωκοινοβούλιο πέρασε νόμο στις 3 Ιουλίου 2003 που επέτρεπε να
χαριστεί ώς και το 100% των αδειών έως το 2013.
Στις κυβερνήσεις επετράπη να πουλήσουν το πολύ 5% των αδειών, αλλά μόνο
η Δανία, η Ιρλανδία, η Λιθουανία και η Ουγγαρία το εκμεταλλεύθηκαν.
(0) |