|
Η Λειψυδρία, η Περιβαλλοντική Κρίση και οι ΟΤΑ |
|
|
10.06.08 |
Του Λύσανδρου Σπηλιόπουλου - επικοινωνία
Διευθυντή Ανάπτυξης Νέων Έργων και Δραστηριοτήτων Ε.Υ.Δ.Α.Π.
Πολιτικού Μηχανικού ΕΜΠ - Υγιεινολόγου Μηχανικού M.Sc. Univ. of Strathclyde
Πηγή: actclick.com - http://www.actclick.com/site/articlePages/mainArticle_772.aspx
Σε άρθρο μας στο τεύχος 45 της «ΠΗΓΗΣ» με τίτλο «Νερό και Υδροπολιτική» αναφερόμαστε στις επερχόμενες κρίσεις σε παγκόσμιο επίπεδο που θα έχουν αιτία τα συνεχώς μειούμενα υδατικά αποθέματα και καταλήγαμε ότι θα πρέπει να αναπτυχθούν νέες προσεγγίσεις στην αποτίμηση, την χρήση και την διαχείριση του νερού για να προληφθούν οι κρίσεις.
Στα παραδείγματα πιθανής επερχόμενης κρίσης γύρω από τον κύκλο του νερού δεν αναφέραμε την Ελλάδα και ειδικότερα την Ανατολική Στερεά περιλαμβανομένης και της Αττικής. Βεβαίως η κρίση στην περίπτωση αυτή δεν συνδυάζεται με προβλήματα Υδροπολιτικής σε διακρατικό επίπεδο αλλά παράλληλα δεν μπορούσαμε να προβλέψουμε ότι η περιβαλλοντική κρίση θα έφθανε τόσο γρήγορα στην πόρτα μας.
Για να μην δημιουργούνται εντυπώσεις πέρα
από τις ορθές διαστάσεις του θέματος οφείλουμε να εξηγηθούμε. Με τον
όρο περιβαλλοντική κρίση στον συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο εννοούμε την
μείωση των φυσικών πόρων των απαραίτητων για την επιβίωση των έμψυχων
όντων καθώς και την εξασφάλιση ικανοποιητικής ποιότητας ζωής. Αν
αναζητήσουμε τις γενεσιουργές αιτίες και τις επί μέρους συνιστώσες της
περιβαλλοντικής κρίσης θα οδηγηθούμε στα παρακάτω:
Η δημογραφική έκρηξη
Η από πολλές δεκαετίες συνεχής αύξηση του πληθυσμού στην περιοχή της
Αττικής, αλλά και στους γειτονικούς Νομούς Κορινθίας, Βοιωτίας και
Εύβοιας δεν ήταν κάτι μη αναμενόμενο.
Ήταν απόρροια της επίσημης πολιτικής που από το δεύτερο μισό του
προηγούμενου αιώνα ήταν συνεπής με τις βασικές αρχές του μοντέλου
ανάπτυξης που είχε υιοθετηθεί για την Πρωτεύουσα.
Έτσι έγινε η επιλογή της δημιουργίας της βιομηχανικής ζώνης στο Θριάσιο
πεδίο, στην Δυτική Αττική και στη Βοιωτία, της διάθεσης των εκτάσεων
των Μεσογείων, της Β.Α. Αττικής και της Βοιωτίας για άρδευση και
τροφοδοσία του συνεχώς αυξανόμενου πληθυσμού του Λεκανοπεδίου που
διαβιούσε σε αστικό περιβάλλον.
Παράλληλα, προέκυψε και η ανάγκη ζωτικού χώρου αρχικά για την
εγκατάσταση του αστικού πληθυσμού του Λεκανοπεδίου και της εξασφάλισης
μεταγενέστερα μιας καλύτερης ποιότητας ζωής στην νεότερη γενιά των
οικιστών της Αθήνας.
Σε πρώτη φάση το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε με την κατασκευή οικιστικών
μονάδων –πολυκατοικιών όπου στην πλειοψηφία τους η έννοια «ποιότητα
ζωής» ήταν αποδεκτή, εφόσον εξετάζονταν διασταλτικά.
Σε δεύτερη φάση, όταν οι οικιστικές ανάγκες του πληθυσμού έγιναν
περισσότερο ποιοτικές, επακολούθησε η γεωγραφική εξάπλωση των
οικιστών, πρώτα σε περιοχές που ήταν ευκολότερη η πρόσβαση
(Μεσόγεια, Β.Α. Αττική ) και αργότερα εκεί όπου τα μαζικά μεταφορικά
μέσα εξασφάλιζαν την πρόσβαση σε χαμηλότερα οικονομικά στρώματα.
Με αυτή την διαδικασία αυξήθηκε ο πληθυσμός στις περιοχές αναφοράς.
Δυστυχώς, τα απαραίτητα έργα υποδομών για την εξασφάλιση μιας ανεκτής
ποιότητας ζωής στους νέους οικιστές της γεωγραφικής εξάπλωσης, δεν
είχαν την ίδια δυναμική με την οικιστική επέκταση και κυρίως δεν
προηγούνταν της κατασκευής των νέων κατοικιών.
Η λειψυδρία
Η λειψυδρία με την έννοια που αναφέρεται σήμερα στην Ελλάδα και στην
συγκεκριμένη περίπτωση στην γεωγραφική περιοχή ενδιαφέροντός μας είναι
μία έννοια σχετική. Εξαρτάται κάθε φορά από τις παρεχόμενες υδατικές
ποσότητες, προς τους χρήστες, σε σχέση με τις διατιθέμενες. Όταν οι
διατιθέμενες ποσότητες δεν επαρκούν για την κάλυψη των ονομαστικών
αναγκών δηλαδή των ποσοτήτων που «θεωρούνται ως αναγκαίες» για τον
χρήστη τότε εκτιμάται ότι υπάρχει λειψυδρία.
Βεβαίως, υπάρχει ένα πραγματικό γεγονός, που αναφέρεται στην ποσότητα
που συγκριτικά εισρέει ετησίως στους ταμιευτήρες και στην κατάσταση του
υδροφόρου ορίζοντα, αλλά για να τεκμηριωθεί ότι αυτό είναι συνέπεια
γενικότερων κλιματολογικών μεταβολών θα πρέπει να υπάρξουν στατιστικά
δεδομένα περισσότερων ετών με μειωμένη υδατική εισροή.
Κατά συνέπεια είναι ευκολότερη η αντιμετώπιση του προβλήματος με
μείωση των υδατικών ποσοτήτων που «θεωρούνται αναγκαίες» παρά με την
κατασκευή γιγαντιαίων έργων υδρομάστευσης και υδροσυλλογής (φράγματα,
τεχνητές λίμνες κλπ.), αν και έμμεσα, όπως θα προκύψει παρακάτω, το
πρώτο μέτρο ευνοεί και την αύξηση των παρεχόμενων υδατικών ποσοτήτων
(εμπλουτισμός υδροφόρου ορίζοντα κλπ.).
Η περιβαλλοντική κρίση στην περιοχή αναφοράς
Η κρίση εκφράζεται κυρίως με την κατασπατάληση των φυσικών πόρων και
την ρύπανση του θαλάσσιου, εδαφικού, υπεδάφιου και ατμοσφαιρικού
περιβάλλοντος.
Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι όσο η πολιτικές αποφάσεις
που πρέπει να ληφθούν καθυστερούν , τόσο θα είναι δυσκολότερο να
ληφθούν, όταν έρθει η ώρα μηδέν, διότι το κόστος είτε πολιτικό, είτε
οικονομικό θα είναι πολύ μεγαλύτερο και πιθανόν πολλές βλάβες στο
περιβάλλον να είναι μη αναστρέψιμες.
Έτσι θα πρέπει να υπενθυμιστούν τα εξής:
* Η χωροθέτηση και επί δεκαετίες λειτουργία της χωματερής στα
Άνω Λιόσια με την μέθοδο που αυτή λειτουργούσε, σε σχέση με την μη
ύπαρξη αποχετευτικού δικτύου και Κέντρου Επεξεργασίας Λυμάτων (ΚΕΛ)
βιομηχανικών και αστικών στο Θριάσιο Πεδίο είχε σαν αποτέλεσμα την
ρύπανση του υδροφόρου ορίζοντα της περιοχής.
* Ο κόλπος της Ελευσίνας είναι κλειστός αποδέκτης και η διάθεση
επεξεργασμένων λυμάτων σ΄ αυτόν σε συνάρτηση με το γεγονός ότι
αποτελεί αγκυροβόλιο πλοίων - άρα ήδη υφίσταται ρύπανση - θα απαιτεί
αυξημένες προδιαγραφές και τήρηση αυτών κατά την λειτουργία του προς
κατασκευή ΚΕΛ.
* Στην ευρύτερη περιοχή της λίμνης Υλίκης αρδεύονται υδροβόρες
καλλιέργειες με αποτέλεσμα να κατασπαταλώνται τα υδατικά αποθέματα μέσω
γεωτρήσεων αλλά και μέσω απ΄ ευθείας απόληψης από την λίμνη, σε μία
υδατική λεκάνη που αποτελεί κρίσιμη εφεδρεία για την υδροδότηση της
Νότιας Βοιωτίας και της Αττικής.
Παράλληλα, η χρήση φυτοφαρμάκων στις καλλιεργούμενες εκτάσεις
θα πρέπει να συνεκτιμάται με το παραπάνω γεγονός και να ελέγχεται
συνεχώς.
Επί πλέον, θα πρέπει να ελέγχεται συνεχώς η κατάσταση των
αποδεκτών όπου διατίθενται τα επεξεργασμένα ή μη λύματα της πόλης των
Θηβών.
* Η ανυπαρξία οργανωμένων και ελεγχόμενων ΧΥΤΑ (Χώροι
Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων) στην περιοχή της Αττικής, με
αποτέλεσμα τα στερεά απορρίμματα να διηθούνται μέσω των βροχοπτώσεων
στον υδροφόρο ορίζοντα.
* Η μη χωροθέτηση και άρα η μη κατασκευή των ΚΕΛ στην περιφέρεια
της Αττικής (Μεσόγεια, Β.Α. Αττική ) με αποτέλεσμα να ρυπαίνεται ο
υδροφόρος ορίζοντας της Αττικής από απορροφητικούς βόθρους, αλλά και
την ανεξέλεγκτη διάθεση των λυμάτων κάθε μορφής (τοξικά, βιομηχανικά,
αστικά κπ.), όπως επίσης και να υποβαθμίζεται και το θαλάσσιο
περιβάλλον με αντίστοιχη διάθεση των λυμάτων μέσω ρεμάτων ή σημειακά
(point pollution) από μεμονωμένους ρυπαντές απ΄ ευθείας στο θαλάσσιο
αποδέκτη.
* Η επί δεκαετίες υδροληψία από τον υδροφόρο ορίζοντα της
περιοχής Μεσογείων και της Β.Α. Αττικής για άρδευση μεγάλων
επιφανειών, μη ελεγχόμενων ως προς την απαίτηση μεγάλων υδατικών
ποσοτήτων, σε συνδυασμό με έλλειψη ΚΕΛ και την χωροθέτηση βιομηχανικού
πάρκου, χωρίς να έχει επιλυθεί συνολικά το πρόβλημα της διάθεσης των
βιομηχανικών λυμάτων.
* Η σταδιακή ποσοτική μείωση αλλά και η υποβάθμιση των υδατικών
πόρων της ευρύτερης περιοχής αναφοράς έχει σαν αποτέλεσμα την
αναζήτηση πόρων με τον προσφορότερο τρόπο που αυτός βέβαια ήταν μέσω
του παρεχόμενου από το υδροδοτικό δίκτυο της ΕΥΔΑΠ. Έτσι αυξάνονται οι
« θεωρούμενες αναγκαίες» ποσότητες που ζητούνται από την ΕΥΔΑΠ.
Επειδή όμως το νερό που διατίθεται μέσω της ΕΥΔΑΠ μεταφέρεται
πρακτικώς από τη Δυτική Ελλάδα, υπάρχει δυνητικά ο κίνδυνος να
μεταγγισθεί η περιβαλλοντική κρίση στην πλούσια, μέχρι σήμερα, σε
υδατικά αποθέματα Δυτική Ελλάδα.
* Η ανορθολογική διαχείριση των υδατικών αναγκών από τους
Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) κυρίως στην περιοχή της
Αττικής.
Δεν υπάρχει μοντέλο διαχείρισης, από τους ΟΤΑ, των υδατικών
αναγκών στις περιοχές της Αττικής πέραν αυτού που προκύπτει από την
εφαρμοζόμενη τιμολογιακή πολιτική. Με την τιμολογιακή πολιτική που
εφαρμόζουν οι ΟΤΑ στην Αττική, ευνοούνται οι μεγάλοι καταναλωτές και
επιβαρύνονται υπέρμετρα οι μικροί. Έτσι προκύπτει μια ιδιαίτερα μεγάλη
σπατάλη του παρεχόμενου πόσιμου νερού, η οποία, όπως είναι φανερό,
είναι μεγαλύτερη στους μεγάλους καταναλωτές που κυρίως είναι
καλλιεργητές της γης. Το παραπάνω σε συνδυασμό με το ελάχιστο ή
ανύπαρκτο κόστος του παρεχόμενου από την ΕΥΔΑΠ νερού (στην πλειοψηφία
τους οι ΟΤΑ δεν πληρώνουν ή κατορθώνουν με πολιτικές πιέσεις να
επιτυγχάνουν μεγάλες εκπτώσεις ή χαμηλότοκες δανειοδοτήσεις κλπ.)
ευνοεί την πολιτική της μη διαχείρισης του παρεχομένου πόσιμου νερού με
συνέπεια να προκύπτουν μεγάλες ποσότητες του μη καταμετρούμενου νερού.
Στην αδυναμία διαχείρισης των υδατικών αναγκών τους συντελεί
έμμεσα και η εγγενής αδυναμία των ΟΤΑ - όπως λειτουργούν στην
πλειοψηφία τους - να επιβάλλουν ένα μοντέλο διαχείρισης όπου τα κύρια
χαρακτηριστικά του θα είναι οι τεχνικές επιλογές και όχι οι
μικροπολιτικές διευκολύνσεις των φιλικά διακείμενων δημοτών. Τα
κριτήρια αυτού του είδους οδηγούν στην χρεοκοπία των υπηρεσιών ύδρευσης
και των ΔΕΥΑ, οι οποίες για να συντηρηθούν, ως προς τις στοιχειώδεις
ανάγκες τους, απορροφούν από άλλους χρηματοδοτικούς πόρους των ΟΤΑ.
Τα παραπάνω είναι οι συνιστώσες που οδηγούν στην περιβαλλοντική κρίση της ευρύτερης περιοχής.
Η αποφυγή κορύφωσης της κρίσης
Συνήθως αρκούμαστε να επισημάνουμε το πρόβλημα. Και τούτο γιατί η
οριστική επίλυσή του απαιτεί πολιτική βούληση για την αντιμετώπιση
των αντιδράσεων. Οι αντιδράσεις αυτές ίσως και δικαιολογημένες
προκύπτουν από την δυσπιστία των πολιτών σχετικά με την δυνατότητα των
Οργανισμών διαχείρισης περιβαλλοντικών ρύπων κάθε μορφής (στερεών και
υγρών αποβλήτων) να προσφέρουν ουσιαστικές υπηρεσίες χωρίς την ελάχιστη
όχληση στο στενό αλλά και ευρύτερο περιβάλλον τους. Άρα απαιτείται
άμεσα από τους Κρατικούς Φορείς (Υπουργεία κλπ.) να χωροθετήσουν και
να προκηρύξουν άμεσα την κατασκευή ΚΕΛ και χώρων επεξεργασίας στερεών
αποβλήτων (ΧΥΤΑ κλπ.) εξασφαλίζοντας εκείνες τις προδιαγραφές, ως προς
την λειτουργία τους, που θα πείσουν τους πολίτες της ευρύτερης περιοχής
ότι αυτό που θα προκύψει τελικά θα είναι, εγγυημένα, το περιβαλλοντικό
όφελος για όλους.
Αλλά δεν αρκεί αυτό. Δεν είναι η μόνη αναγκαία συνθήκη για την αποφυγή
της κορύφωσης της περιβαλλοντικής κρίσης στην ευρύτερη περιοχή
αναφοράς, η κατασκευή ΚΕΛ, ΧΥΤΑ κλπ.
Πρέπει να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες των περιβαλλοντικών καταστροφών
που έχουν επέλθει με την μορφή της ταπείνωσης και της ρύπανσης του
υδροφόρου ορίζοντα από την υπερκατανάλωση των υδατικών αποθεμάτων της
περιοχής αλλά και της Δυτικής Ελλάδας , την ρύπανση του θαλάσσιου
περιβάλλοντος κλπ.
Η ευρύτερη περιοχή αναφοράς δεν έχει την επάρκεια των υδατικών πόρων
που επιτρέπει την δυνατότητα εφαρμογής μεμονωμένων μοντέλων
διαχείρισης υδατικών πόρων. Όσο λιγότερες ποσότητες υδατικών πόρων
χάνονται προς την θάλασσα τόσο το καλύτερο για την διατήρηση της
περιβαλλοντικής ισορροπίας της περιοχής.
Η λογική συνέπεια των παραπάνω, επομένως, είναι η εξής:
* Θα πρέπει να καθορισθεί και να εφαρμοσθεί ένα καλλιεργητικό
μοντέλο για τους καλλιεργητές της περιοχής που να εξασφαλίζει το
ποσοτικό ισοζύγιο και την ποιοτική επάρκεια των υδατικών αποθεμάτων,
με έλεγχο των καταναλισκομένων ποσοτήτων νερού και των
χρησιμοποιουμένων φυτοφαρμάκων.
* Θα πρέπει να εξασφαλίζεται στα ΚΕΛ τέτοια επεξεργασία των
λυμάτων που να είναι δυνατή η χρήση τους ιδιαίτερα κατά την
καλοκαιρινή περίοδο αιχμής της κατανάλωσης, για άρδευση, πότισμα και
άλλες χρήσεις πλην του ποσίμου νερού.
Επίσης θα πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα εμπλουτισμού του
υδροφόρου ορίζοντα με διάθεση των επεξεργασμένων λυμάτων, υπεδάφια
μέσω κατασκευής βαθέων φρεάτων (deep shaft) ιδιαίτερα σε περιόδους
όπου η στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα είναι χαμηλή
(Σεπτέμβριο-Οκτώβριο-Νοέμβριο).
Το ίδιο, ίσως, θα μπορούσε να εξεταστεί και για τα όμβρια νερά που μέσω χειμάρρων καταλήγουν σε θαλάσσιους αποδέκτες.
* Εν κατακλείδι θα πρέπει να τηρείται κατά περιοχή ένα
ολοκληρωμένο μοντέλο διαχείρισης των υδατικών πόρων και των υγρών
αποβλήτων (ΟΔΥΠΥΑ). Το μοντέλο αυτό συνεπάγεται την συνδυασμένη
διαχείριση των υδρευτικών αναγκών μέσω των τοπικών πόρων και του
παρεχόμενου από την ΕΥΔΑΠ νερού με τις άλλες ανάγκες που μπορούν να
καλυφθούν με τα επεξεργασμένα υγρά απόβλητα (αρδεύσεις, ποτίσματα,
ανακύκλωση νερού για μη πόσιμη χρήση, grey waters κλπ.)
* Η ΕΥΔΑΠ είναι υποχρεωμένη να μην αυτοεξαιρεθεί από την
συμμετοχή σαν διαχειριστής ενός τέτοιου μοντέλου αντιμετώπισης της
περιβαλλοντικής κρίσης στην περιοχή αναφοράς, αν ληφθεί υπ΄ όψιν ότι:
α) αποτελεί σήμερα τον κύριο προμηθευτή νερού της περιοχής, β) πολλοί
από τους εν λόγω ΟΤΑ βρίσκονται στην αρμοδιότητά της και τέλος γ) την
αφορά άμεσα η διαχείριση του παρεχόμενου νερού καθώς και η τακτική
εξόφληση της αξίας του. Κάτι που σήμερα αποτελεί ένα από τα μείζονα
προβλήματα της Εταιρείας.
* Η ορθολογική διαχείριση των υδατικών πόρων και των υγρών
αποβλήτων των ΟΤΑ της περιοχής θα βοηθήσει πολλαπλώς και την παροχή
υπηρεσιών πόσιμου νερού στο Λεκανοπέδιο δεδομένου ότι θα
διευκολυνθεί η επέκταση της ορθολογικής διαχείρισης του δικτύου
ύδρευσης και στις περιοχές των οποίων το δίκτυο διαχειρίζεται η ΕΥΔΑΠ.
Έτσι πέραν της λογικής της διαχείρισης πίεσης μέσω πιεζοθραυστικών
δικλείδων θα μπορούν να εφαρμόζονται και οι φιλοσοφίες της
διαχείρισης παροχής και της διαχείρισης ενέργειας (μεγιστοποίηση της
χρήσης αναρρυθμιστικών δεξαμενών και ελαχιστοποίηση της απορροφούμενης
ισχύος αντλιοστασίων κλπ.) που αποτελούν βασικά συστατικά μίας
ορθολογικής διαχείρισης δικτύου.
Επισκεφτείτε και την εφημερίδα της actclick για πολλά άλλα ενδιαφέροντα
θέματα - http://www.actclick.com/site/eEfimerides/53.html
(0) |
|
Επισκέψεις από 09/2007
Επισκέπτες: 1056355
|