|
Το νερό στην εποχή της περιβαλλοντικής κρίσης (Το πράσινο ΠΟΝΤΙΚΙ) |
|
|
10.06.08 |
Του Καθηγητού Γιάννη Α. Μυλόπουλου - http://www.mylopoulos.gr/?p=175
Το καλοκαίρι που μας πέρασε, τις μέρες που η Ελλάδα ήταν παραδομένη στις φλόγες, η Βρετανία και το Μπαγκλαντές πνίγονταν στις πλημμύρες, ενώ η γειτονική Τουρκία πλήττονταν από πρωτοφανή λειψυδρία. Ακραία καιρικά φαινόμενα βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη παντού, καθώς η κλιματική αλλαγή ξεδιπλώνεται κι αποκαλύπτει το αληθινό της πρόσωπο.
Ο πλανήτης αντιδρά με τον δικό του τρόπο στις πιέσεις που οδήγησαν στην υπέρβαση των ορίων της αντοχής του. Η διαρκής αύξηση των εκπομπών των αερίων της καύσης, η οποία συνδέεται άμεσα με την αναπτυξιακή δραστηριότητα του πλούσιου βορρά ιδίως στους τομείς της βιομηχανίας, της παραγωγής ενέργειας και των μεταφορών, εγκλώβισε μεγάλα ποσά θερμότητας στην ατμόσφαιρα, προκαλώντας τη σταδιακή αύξηση της θερμοκρασίας της γης. Το φαινόμενο του θερμοκηπίου έφερε την υπερθέρμανση κι αυτή με τη σειρά της οδήγησε το κλίμα σε απορρύθμιση.
Η δική μας περιοχή της Μεσογείου γεύεται ταυτόχρονα όλες τις εκδοχές
των φυσικών κινδύνων που σχετίζονται με τα ακραία φαινόμενα που φέρνει
η κλιματική αλλαγή. Στο εξής, τα διαστήματα έντονης ξηρασίας και
παρατεταμένου καύσωνα, αναμένεται να εναλλάσσονται συχνότερα με υγρές
περιόδους που θα χαρακτηρίζονται από ισχυρές καταιγίδες. Προκαλώντας
αλλού πυρκαγιές στα δάση, αλλού φαινόμενα λειψυδρίας κι αλλού
καταστροφές λόγω πλημμύρας.
Είναι σαφές ότι σε συνθήκες κλιματικής αλλαγής, ο,τιδήποτε σχετίζεται
με το νερό θα γνωρίσει στο μέλλον μεγάλες αλλαγές. Αλλού το μέσο ύψος
της βροχής θα αυξηθεί σημαντικά, όπως αναμένεται να συμβεί στην
κεντρική και βόρεια Ευρώπη, αλλού, όπως στις χώρες του τρίτου κόσμου η
ανομβρία θα ενταθεί, ενώ τέλος αλλού, όπως στη δική μας περιοχή, θα
αλλάξει η κατανομή των βροχοπτώσεων στο χρόνο, καθώς θα έχουμε
συχνότερη εναλλαγή ξηρών και υγρών περιόδων.
Γεγονός που για τη χώρα μας σημαίνει ότι στο εξής, ακόμη κι αν
δεχόμαστε συνολικά, σε ετήσια βάση, τα ίδια ύψη βροχής σε σχέση με το
παρελθόν, η κατανομή του νερού θα είναι τέτοια, ώστε να μην ευνοεί όπως
παλιά τον εμπλουτισμό των φυσικών δεξαμενών του νερού. Το έδαφος, ως
γνωστό, δεν προλαβαίνει να διηθήσει το νερό όταν αυτό έρχεται σε
μεγάλες ποσότητες και για σύντομα χρονικά διαστήματα με τη μορφή των
καταιγίδων, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος αυτού του νερού των
βροχοπτώσεων μεγάλης έντασης, να απορρέει αναξιοποίητο και να χάνεται.
Μ’ άλλα λόγια στην περιοχή μας, ακόμη κι αν δεν πληγούμε από ανομβρία,
ακόμη δηλαδή κι αν δεν μεταβληθεί σημαντικά το συνολικό ετήσιο ύψος των
κατακρημνισμάτων, γεγονός που κι αυτό τελεί υπό αμφισβήτηση, εκείνο που
πάντως είναι βέβαιο, είναι ότι θα περιοριστεί σημαντικά η ικανότητα των
φυσικών δεξαμενών του νερού να εμπλουτίζονται και να ανανεώνουν τα
αποθέματά τους.
Οι φυσικοί κίνδυνοι της λειψυδρίας και της πλημμύρας όμως, αναμένεται
να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο και ως αποτέλεσμα μιας σειράς
παράπλευρων απωλειών των ακραίων φαινομένων που φέρνει η κλιματική
αλλαγή. Οι αναμενόμενες δασικές πυρκαγιές και τα συχνότερα φαινόμενα
πλημμυρικών απορροών, σε συνδυασμό με την προχωρημένη αστικοποίηση της
υπαίθρου, θα προκαλούν στο εξής εντονότερη διάβρωση των εδαφών,
ενισχύοντας την επέκταση του κινδύνου της ερημοποίησης. Γεγονός που θα
αποδυναμώσει ακόμη περισσότερο την ικανότητα των εδαφών να συγκρατούν
το νερό της βροχής και του χιονιού.
Η μείωση όμως της ικανότητας εμπλουτισμού των επιφανειακών και υπόγειων
φυσικών δεξαμενών του νερού, σε μια χώρα που ήδη από καιρό υφίσταται
τις συνέπειες της εξάντλησης και της ποιοτικής υποβάθμισης των υδατικών
της αποθεμάτων, θα έχει ολέθρια αποτελέσματα. Είναι κοινό μυστικό, ότι
η Ελλάδα ανεξάρτητα από την κλιματική αλλαγή, εδώ και χρόνια
αντιμετωπίζει πρόβλημα νερού δυσανάλογο με τη φυσική προσφορά που
παραδοσιακά δέχεται στο πλαίσιο του ετήσιου υδρολογικού κύκλου.
Τα υδατικά ισοζύγια στις υδρολογικές λεκάνες της χώρας έχουν από καιρό
διαταραχθεί, με αποτέλεσμα εκτός των ανανεώσιμων, να καταναλώνεται κάθε
χρόνο κι ένα μεγάλο μέρος των μόνιμων υδατικών αποθεμάτων. Μ’ άλλα
λόγια, ένα μεγάλο μέρος του νερού που καταναλώνεται κάθε χρόνο, δεν
αναπληρώνεται ποτέ. Κύρια αιτία η αυξημένη ζήτηση του νερού πρώτα στις
αγροτικές και μετά και στις υπόλοιπες αστικές, βιομηχανικές,
τουριστικές και ενεργειακές αναπτυξιακές δραστηριότητες, οι οποίες δε
σχεδιάστηκαν ποτέ στη χώρα μας σύμφωνα με τις φυσικές δυνατότητες των
υδατικών της συστημάτων. Η επί χρόνια συντήρηση μιας οικονομικής
ανάπτυξης που δε σεβάστηκε τη φέρουσα ικανότητα της ελληνικής γης, έχει
ως αποτέλεσμα αυτό που σήμερα εμφανίζεται εκτεταμένα ως εξάντληση των
πηγών του νερού, ως ταπείνωση της στάθμης των υπόγειων υδροφορέων, ως
μείωση της παροχής των ποταμών, ως εξαφάνιση λιμνών και υγροτόπων, ή ως
υφαλμύρωση των παράκτιων υδατικών συστημάτων.
Ο επόμενος εφιάλτης κάτω από τις συνθήκες της σημερινής κλιματικής
απορρύθμισης λοιπόν, θα είναι το νερό. Τα καλοκαίρια θα ζούμε περιόδους
καύσωνα και ξηρασίας, που θα ευνοούν την καταστροφική έξαρση των
δασικών πυρκαγιών. Με την εμφάνιση των πρώτων βροχών του φθινοπώρου, οι
πλημμύρες θα απειλούν με καταστροφές τις κατάντη των καμένων περιοχές.
Όσο για τη λειψυδρία, στο εξής θα εγκατασταθεί μόνιμα στη χώρα μας,
καθώς η μείωση της ικανότητας κάλυψης των αναγκών σε νερό δεν θα
οφείλεται όπως στο παρελθόν στην περιστασιακή εμφάνιση περιόδων
ανομβρίας, αλλά στη συστηματική εξάντληση του φυσικού πλούτου της
χώρας, των μόνιμων δηλαδή υδατικών αποθεμάτων.
Μας περιμένουν δύσκολες μέρες. Αν δεν παραδεχτούμε την «άβολη αλήθεια»
της κλιματικής αλλαγής, εξακολουθώντας να ζούμε με τα βολικά ψέματα που
μας οδήγησαν μέχρι εδώ, δυστυχώς το μέλλον θα είναι εφιάλτης. Πρέπει να
συνειδητοποιήσουμε εγκαίρως την κρισιμότητα της κατάστασης και να
προσαρμοστούμε στα δεδομένα της νέας εποχής της κλιματικής αλλαγής,
πριν να είναι αργά.
Η κλιματική αλλαγή απαιτεί λοιπόν πολιτική αλλαγή. Το πρόβλημα του
νερού στη νέα εποχή της κλιματικής απορρύθμισης θα αντιμετωπιστεί
αποτελεσματικά μόνο μέσα από το σχεδιασμό και την εφαρμογή μιας
ολοκληρωμένης υδατικής πολιτικής, ενταγμένης σε μια ευρύτερη στρατηγική
για το περιβάλλον. Η υιοθέτηση των αρχών της αειφορίας στην κατεύθυνση
της επιδίωξης μιας ισόρροπης οικονομικής, κοινωνικής και
περιβαλλοντικής ανάπτυξης, οδηγεί στον επαναπροσανατολισμό της
ανάπτυξης, προκειμένου αυτή να γίνει συμβατή με τις πραγματικές φυσικές
δυνατότητες της χώρας. Η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που παρέχει η
«πράσινη» οικονομία κι η «πράσινη» ανάπτυξη, είναι ίσως οι τελευταίες
ευκαιρίες, πριν να μας συμβεί με το νερό, ό,τι και το φετινό καλοκαίρι
μας συνέβη με τα δάση που κάηκαν: Να βρεθούμε δηλαδή σαν τις μωρές
παρθένους ανέτοιμοι, απροετοίμαστοι και ανοργάνωτοι, μπροστά στις
μεγάλες αλλαγές που έχουμε προκαλέσει με τις επεμβάσεις μας στη φύση.
Ο κύριος Γιάννης Α. Μυλόπουλος είναι Καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής του
ΑΠΘ, στον Τομέα Υδραυλικής & Τεχνικής Περιβάλλοντος του Τμήματος
Πολιτικών Μηχανικών.
(0) |
|
|