Η Ελλάδα πορεύεται με σχέδιο ανάγκης για τη διαχείριση των αποθεμάτων νερού, το οποίο αμφισβητείται από τους επιστήμονες
Πηγή: εφημερίδα ΕΘΝΟΣ - http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11900&subid=2&tag=8333&pubid=1100415
Η μείωση των βροχοπτώσεων στην Ελλάδα πέρσι σε ποσοστό μέχρι και 60% αλλά και η επίσης ξηρή φετινή χρονιά επαναφέρουν στο προσκήνιο έπειτα από πολλά χρόνια το φάσμα της λειψυδρίας και κρούουν το καμπανάκι για τη λήψη των απαραίτητων μέτρων εξοικονόμησης νερού και ορθολογικής διαχείρισης των υδάτινων πόρων.
Σύμφωνα με στοιχεία του εργαστηρίου
υδρολογίας και διαχείρισης υδατικών πόρων του Εθνικού Μετσόβιου
Πολυτεχνείου, που παρουσιάστηκαν σε ειδική ημερίδα που διοργάνωσε η ΜΚΟ
«Μεσόγειος SΟS», το 2030 η Ελλάδα θα έχει από 10% ως 25% μικρότερη
διαθεσιμότητα νερού, ενώ μέχρι το 2080 θα υπάρχει μείωση των θερινών
βροχών έως και 27%.
Μείωση βροχοπτώσεων
Η τάση αυτή έχει αρχίσει να γίνεται ήδη ορατή. Τα 11 τελευταία από τα
12 έτη (1995-2006) συγκαταλέγονται ανάμεσα στα 12 πιο θερμά που έχουν
καταγραφεί από το 1850. Ιδίως η περυσινή χρονιά θεωρείται η χειρότερη
της τελευταίας 50ετίας.
Οι χειμερινές βροχοπτώσεις ήταν μειωμένες σε ποσοστό 63% σε σχέση με
τον μέσο όρο από το 1960 μέχρι το 2005. Στον Θεσσαλικό κάμπο
καταγράφηκε 50% λιγότερη βροχόπτωση, στα Δωδεκάνησα υπήρξε μείωση 55%,
στην Αττική 50% και στην Πελοπόννησο 34%.
Από τα στοιχεία της ΕΥΔΑΠ προκύπτει ότι τα αποθέματα νερού στους
ταμιευτήρες βρίσκονται στο 52% της συνολικής τους χωρητικότητας και
είναι μειωμένα σε σχέση με πέρυσι κατά 340 εκατ. κυβικά.
Για την υδροδότηση της Αττικής έπειτα από χρόνια χρειάστηκε η μεταφορά περίπου 350.000 κ.μ. νερού την ημέρα και από την Υλίκη.
Με τα έργα που έγιναν μετά το 1990 το ενδεχόμενο λειψυδρίας στην Αττική
δεν είναι τόσο άμεσο, αυτό όμως δεν αναιρεί την προβληματική κατάσταση.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της «Μεσόγειος SΟS» με τις σημερινές τάσεις
κατανάλωσης τα έργα του Μαραθώνα, της Υλίκης, του Μόρνου και του Εύηνου
που μεταφέρουν 600 εκατομμύρια κ.μ. νερού τον χρόνο, επαρκούν για να
καλύπτουν τις ανάγκες της πρωτεύουσας μέχρι το 2030.
Σε άλλες περιοχές της χώρας όπως τα νησιά αλλά και ο Θεσσαλικός κάμπος το πρόβλημα είναι εντονότερο.
Η χώρα ύστερα από πολλές καθυστερήσεις προχώρησε στην κατάρτιση ενός
σχεδίου διαχείρισης υδατικών πόρων, το οποίο απορρέει ως υποχρέωση από
σχετική οδηγία της ΕΕ.
Το σχέδιο είναι προσανατολισμένο στη λογική των μεγάλων έργων μεταφοράς
ποσοτήτων νερού από περιοχές με επάρκεια σε άλλες και, σύμφωνα με τους
επιστημονικούς φορείς, δεν δίνει καθόλου βάση σε πρακτικές που ευνοούν
την αειφόρο ανάπτυξη, όπως η εξοικονόμηση νερού και η
επαναχρησιμοποίησή του ύστερα από ανακύκλωση.
27% αύξηση κατανάλωσης
Η πολιτική διαχείρισης του νερού στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται ως σπάταλη.
Στην Αττική η μέση ημερήσια κατανάλωση φτάνει το 1 εκατ. κυβικά και
είναι αυξημένη κατά 7% σε σχέση με άλλες χρονιές.
Η κατανάλωση νερού στην Αττική είναι αυξημένη κατά 27% σε σχέση με το
1990 και κατά 63% σε σχέση με το 1993 οπότε λόγω μέτρων είχε μειωθεί
κατά 26,5%.
Οσον αφορά στη γεωργία, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΓΜΕ, υπάρχουν πάνω από
170.000 παράνομες γεωτρήσεις που υπερεκμεταλλεύονται υπόγεια ύδατα, ενώ
ο τρόπος ποτίσματος των χωραφιών με κανονάκι ή αυλάκια απαιτεί μέχρι
και 50% περισσότερο νερό σε σχέση με τη μέθοδο στάγδην.
Η κυβέρνηση σχεδιάζει και την ιδιωτικοποίηση της ύδρευσης
Η αγορά του νερού θα αποτελέσει -μετά τις τηλεπικοινωνίες- τον επόμενο
άμεσο στόχο της κυβέρνησης, η οποία σκοπεύει να παραχωρήσει μειοψηφικά
πακέτα σε στρατηγικούς επενδυτές, καθώς θεωρεί ότι έχουν δημιουργηθεί
εκείνες οι συνθήκες που επιτρέπουν να ξεκινήσει η διαδικασία περαιτέρω
αποκρατικοποίησης των επιχειρήσεων ύδρευσης της Αθήνας και της
Θεσσαλονίκης.
Και οι δύο αυτές επιχειρήσεις πέρα από το τεράστιο δίκτυο και
πελατολόγιο που τους εξασφαλίζει μεγάλη κερδοφορία και υψηλό τζίρο, στα
άμεσα σχέδιά τους έχουν τη διεύρυνση των δραστηριοτήτων τους και σε
άλλους κερδοφόρους τομείς, όπως οι τηλεπικοινωνίες, το φυσικό αέριο και
η εμφιάλωση νερού.
Η δυναμική της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ, και κυρίως οι μεγάλες προοπτικές που
διανοίγονται καθώς απευθύνονται σε πάνω από 5 εκατ. καταναλωτές,
εξηγούν το γιατί αποτελούν τα επόμενα μεγάλα «φιλέτα» που... ανοίγουν
την όρεξη διεθνών επενδυτών.
Ηδη ο γαλλικός κολοσσός Suez έχει μπει με συμμετοχή 4,87% στην ΕΥΑΘ,
από την οποία αναμένεται να ξεκινήσουν οι όποιες διεργασίες. Η αρχή
αναμένεται να γίνει μέσα στο έτος και θα προβλέπει την πώληση ενός
πακέτου μετοχών σε στρατηγικό επενδυτή, ενώ το management θα παραμείνει
στο ελληνικό δημόσιο.
Για την ΕΥΔΑΠ η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη κυρίως εξαιτίας της
διαφορετικής προσέγγισης στο θέμα της αποκρατικοποίησης που υπάρχει
ανάμεσα στα δύο συναρμόδια υπουργεία (ΠΕΧΩΔΕ και Οικονομίας).
Και για τις δύο εταιρείες ωστόσο το θέμα είναι ότι θα πρέπει να αλλάξει
ο νόμος, καθώς το ελληνικό δημόσιο διατηρεί σήμερα ποσοστό που
κυμαίνεται κοντά στο 70% και σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο
δεν μπορεί να υποχωρήσει κάτω του 51%, ενώ θα διατηρεί και το
management.
Οι αλλαγές όμως που έρχονται για τους καταναλωτές αφορούν τις τιμές του
νερού, καθώς η είσοδος στρατηγικού επενδυτή αναμένεται να συνοδευτεί
-σε βάθος χρόνου- με αυξήσεις των τιμολογίων.
Σημειώνεται πάντως ότι ο κύκλος εργασιών της ΕΥΔΑΠ παρουσίασε το 2007
αύξηση 7,3% (+26,4 εκατ. ευρώ) και διαμορφώθηκε στα 388,4 εκατ. ευρώ
από 362 εκατ. ευρώ το 2006.
ΗΛΙΑΣ ΜΑΡΟΥΤΣΗΣ
[email protected]
==========================
«Πελαγωμένη» η υδροδότηση των νησιών του Αιγαίου
Τεράστιο είναι το κόστος μεταφοράς νερού με πλοία στα άνυδρα νησιά του
Αιγαίου, όπου οι ανάγκες σε νερό τις περιόδους αιχμής έχουν
10πλασιαστεί μέσα σε μία δεκαετία. Το 1996 μεταφέρθηκαν στις Κυκλάδες
50.000 κ.μ. νερού, ενώ το 2006 568.000 κ.μ.
Εν τω μεταξύ, εδώ και δύο χρόνια εκκρεμεί η προκήρυξη για την υλοποίηση
υδρευτικών έργων και του ανάλογου τεχνολογικού εξοπλισμού (φράγματα,
μονάδες αφαλάτωσης κ.ά.).
Σύμφωνα με έρευνα που διεξήγαγε ο νομάρχης Κυκλάδων Δημήτρης Μπάιλας,
το κόστος μεταφοράς νερού το έτος 2006 ανήλθε σε 7 ευρώ το κ.μ. Δηλαδή
μεταφέρθηκαν στα νησιά των Κυκλάδων 568.000 κ.μ. νερού με δαπάνη πάνω
από 4 εκατ. ευρώ.
«Μόνο με τα χρήματα που ξοδεύτηκαν το 2006 για τη μεταφορά νερού στις
Κυκλάδες θα μπορούσαμε να κατασκευάσουμε 10 μονάδες αφαλάτωσης,
δεδομένου ότι μία μονάδα παραγωγής 300 κ.μ. νερού ημερησίως κοστίζει
περίπου 400.000 ευρώ», εξηγεί ο κ. Μπάιλας: «Με εξαίρεση ορισμένους
δήμους οι οποίοι διασφάλισαν πόρους από το πρόγραμμα Θησέας και
προχώρησαν στην κατασκευή υδρευτικών έργων, η πλειονότητα των άνυδρων
νησιών τους θερινούς μήνες υδροδοτείται μέσω της ακτοπλοϊας».
Νερό από χρυσάφι
Στο... καλάθι των αχρήστων πέταξε το υπουργείο Αιγαίου τα αποτελέσματα
των ερευνητικών προγραμμάτων του Εργαστηρίου Εγγειοβελτιωτικών Εργων
και Διαχείρισης Υδατικών Πόρων της Σχολής Αγρονόμων και Τοπογράφων
Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) για την υδροδότηση
των άνυδρων νησιών των Νομών Κυκλάδων και Δωδεκανήσου.
Το 2005 η ηγεσία του υπουργείου Αιγαίου ενημέρωσε τον επιστημονικό
υπεύθυνο των προγραμμάτων, καθηγητή του Κέντρου Εκτίμησης Φυσικών
Κινδύνων και Προληπτικού Σχεδιασμού του ΕΜΠ Γ. Τσακίρη, ότι θα πρέπει
να σταματήσει τη μελέτη αξιολόγησης των ετήσιων και μέγιστων μηνιαίων
αναγκών ύδρευσης των άνυδρων νησιών.
«Ο εξορθολογισμός της υδροδότησης των άνυδρων νησιών του Αιγαίου
παραμένει ακόμη ζητούμενο. Η υδροδότησή τους με πλωτά μέσα λειτουργεί
εμπειρικά χωρίς τις αναγκαίες δικλίδες ασφαλείας για τη δημόσια υγεία
και χωρίς τους συστηματικούς ελέγχους που συνήθως απαιτούνται. Το
κόστος βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα με ανοδική πορεία, χωρίς να
επιχειρείται μια στοιχειώδης σύγκριση κόστους παραγωγής με άλλες
μεθόδους», επισημαίνει ο κ. Τσακίρης.
ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΛΑΓΙΟΥ
(0) |