andriana
Αποσυνδεδεμένος
|
|
« στις: Απρίλιος 14, 2008, 09:05:52 μμ » |
|
ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ
Ορισμός-Γενικά στοιχεία Η Οικολογία είναι η επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη του «οίκου», του χώρου δηλαδή, όπου διαβιούν οι οργανισμοί. Τον όρο χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1866 ο Γερμανός βιολόγος Ernst Haeckel (1834-1919)στο έργο του «Generalle Morphologie der Organismen».
Μια βασική έννοια της οικολογικής επιστήμης είναι αυτή του οικοσυστήματος. Οικοσύστημα είναι το σύνολο των φυσικών παραγόντων και των έμβιων όντων μιας περιοχής. Πρόκειται για ένα πολύπλοκο και δυναμικό σύστημα που συνεχώς μεταβάλλεται στο χώρο και στο χρόνο. Τα φυτά και τα ζώα αποτελούν το βιοτικό τμήμα του, ενώ τα στοιχεία του εδάφους (σύσταση, υγρασία), του κλίματος (φως, θερμοκρασία, νερό, άνεμος, βροχή) και του τοπίου εντάσσονται στο αβιοτικό του τμήμα. Ο φυσικός χώρος λειτουργίας ενός οικοσυστήματος είναι το τοπίο, όπου αλληλεπιδρούν οι διάφοροι οργανισμοί μεταξύ τους και με τα αδρανή στοιχεία του περιβάλλοντος.
Η Οικολογία θεωρείται κλάδος της Βιολογίας και αρχικά ξεκίνησε ως καθαρά βιολογική επιστήμη. Σήμερα ωστόσο τα ενδιαφέροντά της έχουν επεκταθεί και πέρα από αυτήν. Το αντικείμενό της είναι ιδιαίτερα ευρύ καθώς ασχολείται με όλο το φάσμα των σχέσεων που δημιουργούνται ανάμεσα στους οργανισμούς και το περιβάλλον τους.
Στη σύγχρονη Οικολογία διακρίνονται επιμέρους κλάδοι, ο καθένας με διαφορετική μεθοδολογία και στόχους. Συγκεκριμένα η Πληθυσμιακή Οικολογία ασχολείται με την ανάπτυξη των πληθυσμών και τις πληθυσμιακές παραμέτρους σε σχέση με το περιβάλλον. Η Εξελικτική Οικολογία μελετά τις εξελικτικές διαδικασίες που οδηγούν στη διαφοροποίηση, προσαρμογή ή εξαφάνιση των οργανισμών σε σχέση πάντοτε με τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Η Βιογεωγραφική Οικολογία μελετά την κατανομή και διασπορά των οργανισμών καθώς και την ανάπτυξη των νέων πληθυσμών σε σχέση με τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Η Ηθολογική Οικολογία τέλος μελετά την ανάπτυξη της συμπεριφοράς των οργανισμών σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον.
Η Ιστορία της Οικολογίας
Τα πρώτα στοιχεία οικολογικού χαρακτήρα ανιχνεύονται σε σοφούς της αρχαιότητας. Ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) ίσως είναι ο πρώτος που χρησιμοποιεί έννοιες με καθαρά οικολογικό περιεχόμενο. Στο έργο του χρησιμοποιεί τον όρο «κράσις», αναφερόμενος στις κατάλληλες αναλογίες νερού και αέρα που απαιτούνται για να επιβιώνουν οι οργανισμοί προκειμένου να διακρίνει τους χερσαίους από τους υδρόβιους. Παρατήρησε για πρώτη φορά, ότι το κλίμα επηρεάζει την παρουσία, το μέγεθος, την κατανομή αλλά και τον τρόπο ζωής των διαφόρων οργανισμών.
Στοιχεία οικολογικού χαρακτήρα βρίσκουμε επίσης και σε έργα του Μεσαίωνα αλλά και των Νεωτέρων χρόνων. Στα τελευταία συμπεριλαμβάνονται: το έργο του Τhomas Malthus “An essay on the Principles of Population” (1798), του Clarles Darwin “The Formation of the Vegetable Mound” (1881) και “On the Origin of Species” (1859).
Oι οικολογικές μελέτες πολλαπλασιάζονται, ιδίως στη Βοτανική και θεμελιώνεται η Βοτανική Γεωγραφία από τους Alexander von Humbolt, Alphonse de Candolle, Adolf Engler και Asa Gray.
To 1866 o Haeckel χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο «Οικολογία» ενώ το 1877 χρησιμοποιήθηκε από τον Karl Mobius o όρος « Βιοκοινωνία». Μεγάλος είναι ο αριθμός των εργασιών που εκπονήθηκαν μέχρι το 1930, κυρίως από Αγγλοσάξωνες μελετητές. Ιδρύθηκαν νέοι κλάδοι όπως η Λιμνολογία, η Ωκεανογραφία ,η Δυναμική των πληθυσμών και έλαβαν χώρα οι πρώτες εφαρμογές στον αγροτικό και στο δασικό τομέα. Παράλληλα ιδρύθηκαν οικολογικές εταιρείες όπως η Βρετανική Οικολογική Εταιρεία (1913) ,η Αμερικανική Οικολογική Εταιρεία (1916).
Η Σύγχρονη Οικολογία εμφανίζεται το 1930 με τη βιολογική μάχη ενάντια σε επιβλαβή για τη γεωργία και για τον άνθρωπο είδη και τη δημιουργία εθνικών πάρκων για τη διάσωση των υπό εξαφάνιση ειδών.
Την οικολογική προσέγγιση στη Γεωγραφία εισήγαγε το 1943 ο Max Sorre με το έργο του “ Fondements biologiques de la géographie humaine”. Ωστόσο είχαν σημαντικά συνδράμει προς αυτήν την κατεύθυνση ο Jean Brunhes και ο Vidal de la Blanche με τα έργα “Géographie humaine” (1925) και “Principes de géographie humaine”(1922) αντίστοιχα.
Η Οικολογία ως επιστήμη με τη σημερινή της μορφή ανάγεται στα μέσα του 20ου αιώνα.
Οικολογία και Αρχαιολογία
Ο άνθρωπος όπως και τα άλλα έμβια όντα ζει και δρα μέσα σε ένα συγκεκριμένο οικοσύστημα επιδρώντας άλλοτε θετικά και άλλοτε αρνητικά στο βιοτικό και αβιοτικό τμήμα του και διαμορφώνοντας το σε μεγάλο βαθμό. Εν τούτοις η σχέση με τον περίγυρό του δεν είναι μονόπλευρη αλλά σχέση αλληλεξάρτησης. Το σύνολο των πληθυσμών, δηλαδή των οργανισμών του κάθε είδους, που ζουν σε μια περιοχή και διαβιούν σε ένα χώρο κάτω από ορισμένες συνθήκες για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα αποτελεί μία βιοκοινωνία με κέντρο τον άνθρωπο. Αυτός διαδραματίζει αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του περιβάλλοντός του. Δημιουργεί νέες ισορροπίες με τη σκόπιμη ή τυχαία εξαφάνιση ορισμένων ειδών, την εισαγωγή νέων, ενώ παράλληλα δέχεται επιδράσεις από τις κλιματολογικές συνθήκες, τη φιλική ή εχθρική προς αυτόν δράση διαφόρων οργανισμών κλπ. Η εξέταση όλων αυτών των στοιχείων είναι απαραίτητη για μια ολοκληρωμένη οικολογική προσέγγιση.
Η Παλαιοοικολογία είναι ο κλάδος της Οικολογίας που σχετίζεται άμεσα με την Αρχαιολογία και μέσω της μελέτης των απολιθωμάτων αποσκοπεί στην ανασύσταση του περιβάλλοντος των παλαιοτέρων εποχών.
Η αλλοίωση και η διατάραξη της οικολογικής ισορροπίας που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον τρόπο ζωής των ανθρώπων μεταμορφώνει αναπόφευκτα τις βιοκοινωνίες. Με την πάροδο του χρόνου και την αύξηση του πληθυσμού εντείνεται η επίδραση και οι πιέσεις που ασκεί ο άνθρωπος στο περιβάλλον. Η ξυλεία, για παράδειγμα, ήταν πάντα πολύτιμο υλικό (πρώτη ύλη για καύσιμα, υλικό για την κατασκευή αντικειμένων, οικοδομικό υλικό κλπ). Ο άνθρωπος από ενωρίς προέβη στην αποψίλωση δασών προκειμένου για καλλιέργεια, βοσκή, ναυπηγικές δραστηριότητες κ.ά. Η αποψίλωση των δασών εξακολούθησε κατά τους Κλασικούς χρόνους (480-323 π. Χ) καθώς η ανάγκη για καλλιεργήσιμες εκτάσεις αλλά και για ξυλεία συνεχώς αυξανόταν. Ήδη από το τέλος της Ελληνιστικής περιόδου (323-146 π. Χ) παρατηρείται εντατικοποίηση της βοσκής, της καλλιέργειας, του κυνηγιού. Ακολουθεί ο περιορισμός των δασικών εκτάσεων με αποτέλεσμα την αισθητή μείωση του αριθμού αρκετών ζωϊκών ειδών (λύκοι, λύγκες, τσακάλια κ.ά.). Οι αποψιλώσεις πιθανότατα προκάλεσαν αλλαγές στο μικροκλίμα συμβάλλοντας στην άνοδο της θερμοκρασίας σε τοπικό επίπεδο.
Αρχαιολογική μαρτυρία
Στον αγώνα του για επιβίωση άλλοι πληθυσμοί τον μάχονται, ενώ άλλοι τον βοηθούν. Με άλλα λόγια με κάποιους αναπτύσσει σχέσεις ανταγωνισμού, ενώ με άλλους συνεργασίας.
Σταδιακά λοιπόν προχώρησε στην εξημέρωση φυτών και ζώων. Η εξέλιξη αυτή αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία του φαινομένου που ονομάστηκε Νεολιθική επανάσταση. Πρόκειται για μια αργή διαδικασία που ξεκίνησε, όπως φαίνεται, στην Εγγύς Ανατολή τη 10η χιλιετία π.Χ. και ολοκληρώθηκε ως την 6η. Στα πρώτα ζώα που εξημέρωσε ο άνθρωπος συμπεριλαμβάνονται ακόμα τα αιγοπρόβατα, οι χοίρο αλλά και ο σκύλος. Στην Ελλάδα τα πρώτα εξημερωμένα είδη φυτών και ζώων εμφανίστηκαν στις αρχές της 7ης χιλιετίας. Οι αλλαγές που επέφερε στη ζωή των ανθρώπινων ομάδων η εξημέρωση των φυτών και των ζώων χαρακτηρίζονται ως επαναστατικές. Διότι δεν άλλαξε μόνο το διαιτολόγιό τους αλλά και ολόκληρη η δομή της οικονομίας. Μπορούσαν πλέον να εγκατασταθούν μόνιμα σε μια περιοχή καθώς ήταν σε θέση να εκμεταλλευτούν τις πλουτοπαραγωγικές της πηγές. Έτσι εξασφάλιζαν επάρκεια τροφής και μεγαλύτερη ασφάλεια. Οι όροι της ζωής τους βελτιώθηκαν σημαντικά με επακόλουθο την αύξηση του πληθυσμού. Πέρα όμως από τα είδη που ο ίδιος καλλιεργούσε ή τα ζώα που εξέτρεφε τη διατροφή του συμπλήρωνε με άγριους καρπούς, ρίζες και βολβούς που ο ίδιος συνέλεγε αλλά και με άγρια ζώα και θαλάσσια όντα που μέσω του κυνηγιού και της αλιείας εξασφάλιζε. Η διατροφή του λοιπόν βασίζονταν αποκλειστικά σε όλα αυτά τα είδη, που είχαν μετατραπεί σε συμμάχους του προσφέροντάς του την απαραίτητη για οποιαδήποτε δραστηριότητα ενέργεια. Τα φυτά λοιπόν και τα ζώα που εντάσσονται στο διαιτολόγιο του ανθρώπου αποτελούν τους σημαντικότερους βοηθούς του, η απουσία των οποίων αποτελεί μεγάλη απειλή για την ύπαρξή του.
195.134.88.168/archaeology/eco.aspx - 28k
|