http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathcommon_2_09/02/2008_1287269ΠΟΙΕΣ ΤΟΞΙΚΕΣ «ΒΟΜΒΕΣ»
ΚΡΥΒΕΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ;
Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΤΡΑΜΠΑ
Ενα δάσος με λεύκες και ιτιές, μηλιές και πορτοκαλιές θα εξαφάνιζε τους τοξικούς ρύπους που, κατά πάσα πιθανότητα, κρύβουν τα εδάφη του πρώην αεροδρομίου. Για να γίνει κάτι τέτοιο, όμως, θα έπρεπε να έχουν πραγματοποιηθεί έλεγχοι για τη συγκεκριμενοποίηση της ζημιάς τους οποίους το ΥΠΕΧΩΔΕ παραπέμπει στις ελληνικές καλένδες.
Η διεθνής εμπειρία δείχνει πως στα εδάφη του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού, όπως στα περισσότερα παροπλισμένα αεροδρόμια, είναι πολύ πιθανόν να κρύβονται τοξικοί ρύποι. Εν τούτοις, το ΥΠΕΧΩΔΕ δεν έχει προχωρήσει σε κανενός είδους έλεγχο. Ο «στρουθοκαμηλισμός» αυτός δεν έχει άλλο αποτέλεσμα παρά μόνο την καθυστέρηση του καθαρισμού, ο οποίος είναι εφικτός και μάλιστα με τρόπους που δεν βλάπτουν το περιβάλλον.
Για τον αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ, κ. Φώτη Ρήγα, το ενδεχόμενο να υπάρχουν τοξικοί ρύποι στην περιοχή μετατρέπεται σε βεβαιότητα, αν αναλογιστεί κανείς τις διάφορες επί πολλές δεκαετίες χρήσεις του χώρου στο πλαίσιο λειτουργίας του αεροδρομίου. Τα σημαντικότερα προβλήματα προέρχονται κυρίως από την ύπαρξη δεξαμενών καυσίμων και άλλων υγρών χημικών, τη λειτουργία επισκευαστικής μονάδας αεροσκαφών, τους χώρους απόθεσης στερεών αποβλήτων και τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας υγρών αποβλήτων. «Σήμερα που έχουμε τη γνώση, αλλά και την εμπειρία από άλλα παροπλισμένα αεροδρόμια στο εξωτερικό στα οποία η έκταση της ρύπανσης φάνηκε μετά τον παροπλισμό, ξέρουμε πια τι περιμένουμε. Δεν πρόκειται να ανακαλύψουμε πάλι τον τροχό», λέει χαρακτηριστικά.
Τα παραδείγματα, άλλωστε, είναι εύγλωττα. Τριχλωροαιθυνέλιο, βενζόλιο και τολουόλιο μόλυναν τα νερά της ευρύτερης περιοχής που βρισκόταν το στρατιωτικό αεροδρόμιο στη χερσόνησο Μόντερεϊ στο Σακραμέντο των ΗΠΑ. Το ίδιο είχε συμβεί και σε αεροδρόμια της Μινεσότα, αλλά και του Τενεσί στα οποία είχαν εντοπιστεί βαρέα μέταλλα, όπως ο υδράργυρος, ο μόλυβδος και το κάδμιο. Τις ίδιες ουσίες εκτιμάται ότι θα εντόπιζαν και στο Ελληνικό, εάν γίνονταν οι απαραίτητες έρευνες. Μέχρι στιγμής, όμως, το ΥΠΕΧΩΔΕ δεν έχει κάνει κανένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, κάτι που όφειλε πριν προχωρήσει στα σχέδια για την «αξιοποίηση» του χώρου. Οπως λέει ο κ. Ρήγας: «Αν έχει παραχωρηθεί μια περιοχή για οικιστική χρήση και διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι είναι ρυπασμένη, αυτό σημαίνει πολλές εμπλοκές όσον αφορά τη συγκεκριμένη χρήση γης που θα συνεπάγονται ενδεχομένως και προβλήματα δημόσιας υγείας για τους κατοίκους της περιοχής». Παράλληλα, όσον αφορά τα σχέδια για χώρους πρασίνου, λίμνες με σκοπό την άρδευση του χώρου και ανασύσταση των παλιών ρεμάτων, ο επιστήμονας επισημαίνει: «Οι χώροι που θα περιλαμβάνουν και επιφανειακές υδάτινες μάζες, θα διαλυτοποιούν ρύπους από το έδαφος. Αν εκεί κυκλοφορούν άνθρωποι (άλλωστε η πρόβλεψη είναι αυτή ακριβώς), και ενδεχομένως, υπάρχουν αναθυμιάσεις, από τριχλωροαιθυλένιο, αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχουν επιπτώσεις στην υγεία τους. Αν πρόκειται για αρωματικούς διαλύτες, ακόμη χειρότερα». Μιλάμε, λοιπόν, για πληθώρα ουσιών, πολλές από τις οποίες είναι καρκινογόνες, που μπορούν να προσβάλλουν, κατά την επιστροφή τους στην επιφάνεια είτε μέσω των υδάτινων όγκων είτε ακόμη και της βλάστησης, επισκέπτες και μόνιμους κατοίκους.
Πού πρέπει να ερευνηθεί τι
Τα σχέδια για το Ελληνικό περιλαμβάνουν το πρώην στρατιωτικό αεροδρόμιο, την αμερικανική βάση και το πολιτικό αεροδρόμιο. Γνωρίζοντας τι και πού ακριβώς λειτουργούσε, οι έρευνες μπορούν να συστηματοποιηθούν και στη συνέχεια οι ειδικοί επιστήμονες να εξυγιάνουν τον χώρο. «Υπάρχουν τουλάχιστον δυο-τρία σημεία που μπορούμε να αρχίσουμε το ψάξιμο πιο συστηματικά. Οσον αφορά τις δεξαμενές καυσίμων, για παράδειγμα, πρέπει να ελέγξουμε την σημερινή τους κατάσταση, να προχωρήσουμε σε εκσκαφή και απομάκρυνση, ώστε να δοθεί ο χώρος για άλλες χρήσεις γης με ασφάλεια», εξηγεί ο κ. Ρήγας. Η στρατηγική εξυγίανσης ενός παροπλισμένου αεροδρομίου υποδεικνύει τα ακριβή σημεία που πρέπει να εξεταστούν, όπως:
• Ο χώρος της πρώην επισκευαστικής μονάδας, για ρύπανση του εδάφους και των υπόγειων νερών. Ενδέχεται να έχουν διαρρεύσει ορυκτέλαια, οργανικοί διαλύτες που χρησιμοποιούνται για την απολίπανση μηχανικών εξαρτημάτων, υγρά μετασχηματιστών με πιο επικίνδυνα τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (ΡCΒ, κλοφέν ή αροκλόρ).
• Ο χώρος αποθήκευσης ή επιφανειακής απόθεσης στερεών αποβλήτων από διάφορες δραστηριότητες.
• Οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας υγρών αποβλήτων (βιολογικός καθαρισμός) για τις οποίες υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες δυσλειτουργίας, ως αποτέλεσμα της ανάμειξης τοξικών αποβλήτων με τα αστικά λύματα του αεροδρομίου.
• Οι υπόγειες δεξαμενές καυσίμων που συχνά εμφανίζουν διαρροές λόγω διάβρωσης έπειτα από μακροχρόνια χρήση.
• Το στρατιωτικό αεροδρόμιο με ενδεχόμενη ρύπανση από ραδιενεργά υλικά, υπολείμματα εκρηκτικών και υλικών χημικού και μικροβιολογικού πολέμου. Ενδέχεται να εντοπιστεί και απεμπλουτισμένο ουράνιο που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα ως αντίβαρο ακόμη και σε εμπορικά αεροσκάφη.
• Οι χώροι ασκήσεων της πυροσβεστικής μονάδας του αεροδρομίου, όπου συστηματικά καίγονταν ελαστικά και υπολείμματα αεροσκαφών, περιχυμένα με διαλύτες, υγρά καύσιμα, οργανικούς διαλύτες και ορυκτέλαια.
Πρέπει να συνυπολογισθούν και οι πάσης φύσεως ρύποι που παρασύρονταν προς τις τάφρους από τη βροχή. Επίσης, οι χρόνιες ρυπάνσεις εξαιτίας της φθοράς του οδοστρώματος και των ελαστικών, της οξείδωσης των μεταλλικών μερών των οχημάτων, καθώς και του εξοπλισμού των δρόμων, των εκπομπών καυσαερίων και διαρροών λαδιών από τα οχήματα. Ενδέχεται επίσης να υπάρχουν κατάλοιπα από «εποχική» ρύπανση (από χρήση χημικών διαλυτικών προϊόντων και αλάτων κατά του παγετού, παρασιτοκτόνων, λιπασμάτων και βοηθητικών της ανάπτυξης του πρασίνου στα πρανή) ή ως συνέπεια ρύπανσης από ατυχήματα(απόανατροπές και βαριές βλάβες οχημάτων που μεταφέρουν επικίνδυνες και ρυπογόνες ύλες.
Ο χρόνος μετράει
Η κ. Μαργαρίτα Καραβασίλη, αρχιτέκτων dplg, χωροτάκτης - πολεοδόμος, συναντά συχνά αντιδράσεις όταν αναφέρεται στην ανάγκη εξυγίανσης των εδαφών του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού κυρίως από εκείνους που φοβούνται ότι ίσως έτσι θα καθυστερήσουν ακόμη περισσότερο τα έργα. Η τ. Γενική Επιθεωρήτρια Περιβάλλοντος ΥΠΕΧΩΔΕ, όμως, θεωρεί ότι είναι δυνατόν να γίνουν ταυτοχρόνως πολλά και σωστά πράγματα. «Θα πρέπει άμεσα να εξακριβωθεί η έκταση και τα είδη των τυχόν ρύπων και στη συνέχεια να οριστικοποιηθεί ο σχεδιασμός των χρήσεων γης του Πάρκου», λέει.
Αμεσα επίσης θα πρέπει να ξεκινήσουν και οι εργασίες καθαρισμού και αποκατάστασης των εδαφών. «Παράλληλα με την έναρξη των εργασιών κατασκευής της απαραίτητης υποδομής του Πάρκου, ώστε να μην υπάρξουν μεγάλες καθυστερήσεις και να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα».
Το ΥΠΕΧΩΔΕ, σε ανάλογες συζητήσεις έχει υποστηρίξει ότι οι απαραίτητες μελέτες θα γίνουν μόλις αρχίσει η κατασκευή των έργων και, αν εντοπιστεί ρύπανση, θα γίνει απορρύπανση. Αυτό θα ήταν ένα τραγικό λάθος, σύμφωνα με την κ. Καραβασίλη. «Ακόμη και αν πεισθούμε ότι αυτές θα γίνουν, γνωρίζουμε ότι οι μελέτες απαιτούν πολύ χρόνο, όπως και τα έργα εξυγίανσης (σε περίπτωση που βρεθούν τοξικές ουσίες στο έδαφος και στο νερό)».
Εκτός από την προφανή αναγκαιότητα, οι έλεγχοι επιβάλλονται και από την Θεματική Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την προστασία του εδάφους, η οποία «καταδεικνύει με σαφήνεια την ανάγκη για αποτελεσματικά και αποδοτικά μέτρα για την προστασία του εδάφους στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., καθώς και την πρόταση να εγκριθεί οδηγία-πλαίσιο για την προστασία του εδάφους», όπως λέει η κ. Καραβασίλη. «Σύμφωνα με την Θεματική Στρατηγική απαιτούνται παρεμβάσεις εξυγίανσης - καθαρισμού των εδαφών σε κάθε περίπτωση επαναχρησιμοποίησης εγκαταλελειμμένων εκτάσεων και κυρίως εκτάσεων πρώην αεροδρομίων».
Με τη άποψη ότι ο χρόνος μετράει αρνητικά συμφωνεί και ο κ. Ρήγας, ειδικά αν το ΥΠΕΧΩΔΕ τηρήσει την πρόβλεψη για εκκίνηση των έργων μέσα στο επόμενο έτος. «Αυτή τη στιγμή σχεδιάζουμε επί χάρτου πράσινα λιβάδια (green fields) και Ηλύσια Πεδία, τη στιγμή που το μόνο σίγουρο είναι ότι διαθέτουμε «σκουρόχρωμα εδάφη» (brown fields), όπως ονομάζονται σήμερα διεθνώς οι δυνητικά επικίνδυνες περιοχές που προκύπτουν από παροπλισμένες βιομηχανικές ή παρεμφερείς εγκαταστάσεις», λέει ο καθηγητής του Τμήματος Χημικών Μηχανικών.
Δραστικές ή ήπιες μέθοδοι απορρύπανσης
Εφόσον γίνουν οι καταγραφικές μελέτες της ρύπανσης, η απορρύπανση είναι ζήτημα χρόνου. Διατίθενται σήμερα πολλές τεχνολογίες εξυγίανσης εδαφών και υδάτων (επιφανειακών και υπoγείων), όπως η απόληψη ατμών εδάφους, ο βιοαερισμός, η βιοαναρρόφηση, η αγροκαλλιέργεια, η πλύση και έκλυση εδάφους και η θερμική επεξεργασία (υαλοποίηση). Ενα με δύο χρόνια είναι αρκετά αν επιλεγούν εντατικές μέθοδοι, όπως οι φυσικές ή οι χημικές τεχνολογίες, οι οποίες χρησιμοποιούν πολλή ενέργεια και συχνά άλλα… χημικά. Το μεγάλο πρόβλημα με αυτές, είναι το τεράστιο περιβαλλοντικό και οικονομικό κόστος. Αν ακολουθηθούν περιβαλλοντικά φιλικές μέθοδοι, όπως είναι η βιοεξυγίανση, θα χρειαστούν πέντε με έξι χρόνια, στην χειρότερη περίπτωση, για να υπάρχουν τα πρώτα σοβαρά αποτελέσματα. Γι' αυτό και κάθε καθυστέρηση μετράει αρνητικά. Μήπως, δηλαδή, βρεθούμε προ τετελεσμένων γεγονότων με ψευδοεπιχειρήματα του τύπου «ας ρίξουμε χημικά για να διώξουμε τα χημικά, γιατί δεν επαρκεί ο χρόνος».
Αντίθετα, η βιοεξυγίανση παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήματα. Είναι μια φυσική (βιολογική) διεργασία. Εχει αναγνωρισθεί ως ήπια τεχνολογία (soft technology) επεξεργασίας μολυσμένων περιοχών και έχει συμβάλει σημαντικά στην αντιμετώπιση των οξυμένων περιβαλλοντικών προβλημάτων. Αντί για τη μεταφορά ρύπων από ένα περιβαλλοντικό μέσο σε άλλο (π.χ. από το έδαφος στον αέρα ή στο νερό) που επιτυγχάνουν άλλες μέθοδοι, η βιοεξυγίανση έχει αποδειχθεί ικανή να εξαλείφει πλήρως τους ρύπους. Συχνά εκτελείται επί τόπου χωρίς σημαντικές περιβαλλοντικές διαταραχές ή μεταφορά επικίνδυνων υλικών σε άλλη περιοχή που θέτουν σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία. Εχει αποδειχθεί πιο οικονομική από άλλες τεχνικές στον καθαρισμό μολυσμένων περιοχών.
Ενα δάσος καθαρίζει το έδαφος
Η επιλογή της φυτοεξυγίανσης (με φυτά) ή βιοεξυγίανσης, (με μύκητες ή άλλους μικροοργανισμούς), πέρα από την αντιστοιχία που μπορεί να έχει με το σοβαρό αίτημα για δημιουργία «αστικού δάσους» και όχι ενός «χώρου ήπιου πρασίνου», μπορεί να συνδυαστεί και με την οικονομική διαχείριση ενός μελλοντικού πάρκου υψηλής φύτευσης. Για παράδειγμα, οι λεύκες κάθε έξι χρόνια μπορούν να κόβονται χαμηλά και να πωλούνται ως καυσόξυλα ή χαρτοπολτός σε χαρτοβιομηχανίες, ενώ τα ίδια δέντρα αναπτύσσονται εκ νέου από εκεί που κόπηκαν.
Οι λεύκες και οι ιτιές (φρεατόφυτα) επιλέγονται συχνά σε εύκρατα κλίματα για τη μετατροπή των ρύπων σε μη-τοξικά ή μικρότερης τοξικότητας προϊόντα (μεταβολίτες), λόγω της ταχείας ανάπτυξής τους, των βαθειών ριζών τους μέχρι την στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα και των μεγάλων ρυθμών διαπνοής. Δεν κάνουν, βέβαια, όλα τα φυτά την ίδια δουλειά. Για παράδειγμα, για υγρά απόβλητα έχουν προταθεί τα υδρόβια είδη ποταμογείτων, μαράντα καλαμοειδής και κοινή καλαμιά. Για τοποθεσίες ρύπανσης με πετροχημικά, έχουν επιλεγεί δέντρα όπως η μηλιά, η πορτοκαλιά και η μουριά. Τα ποώδη επιδρούν στη δέσμευση και τον μετασχηματισμό διαφόρων ρύπων, οι ηλίανθοι και το σινάπι δεσμεύουν τον μόλυβδο, κ.ο.κ.
Τέτοια έργα φυτοεξυγίανσης εκτελούνται διεθνώς από διεπιστημονικές ομάδες, στις οποίες συνεργάζονται μελετητές μηχανικοί και γεωπόνοι. Μία πλήρης απορρύπανση με βιολογικά μέσα μπορεί να απαιτήσει μέχρι και τριάντα έτη. Ισως τότε, και εφόσον έχει επιλεγεί το δάσος, αντί της προσχεδιασμένης πόλης χαμηλού συντελεστή δόμησης, ένα αυθεντικό μητροπολιτικό πάρκο να προσφέρει καθαρό αέρα στους κατοίκους των γύρω ή πιο μακρινών περιοχών.
ΟΙ «ΣΥΝΗΘΕΙΣ» ΡΥΠΟΙ ΤΩΝ ΠΑΡΟΠΛΙΣΜΕΝΩΝ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΩΝ
• Ο υδράργυρος και ο μόλυβδος προσβάλλουν το κεντρικό νευρικό σύστημα. Ο μόλυβδος, επίσης, παρεμποδίζει τη σύνθεση ερυθρών αιμοσφαιρίων.
• Το κάδμιο προκαλεί βλάβες στους πνεύμονες, τα νεφρά και τις αρθρώσεις.
• Τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB ή κλοφέν) είναι τοξικά και καρκινογόνα. Προκαλούν, επίσης, χλωρακμή, κεφαλόπονους και οφθαλμολογικές διαταραχές.
• Το τριχλωροαιθυνέλιο προσβάλλει το ήπαρ και τα νεφρά. Μπορεί να προκαλέσει καρκίνο.
• Το βενζόλιο προκαλεί καρκίνο και κυρίως λευχαιμία.
• Το τολουόλιο προσβάλλει το νευρικό σύστημα.
• Τα φουράνια και οι διοξίνες που παράγονται από την καύση υγρών και στερεών, αλλά και οι πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες, καταστρέφουν τους νεφρούς, το ήπαρ και το νευρικό σύστημα. Θεωρούνται καρκινογόνες ουσίες.